αποσπασμα απο το
κειμενο: ο θεσμοσ απορροφάται
Φλεβάρης
2001 ,
Η
διαμεσολάβηση έχει έρθει
ώστε το αδύνατο να γίνει δυνατό,
μια διαμεσολάβηση.
Henri Michaux, Μέρες της σιωπής
ώστε το αδύνατο να γίνει δυνατό,
μια διαμεσολάβηση.
Henri Michaux, Μέρες της σιωπής
1Στη σημερινή κεφαλαιοποιημένη κοινωνία, η
κριτική δραστηριότητα - και επομένως πολιτική παρέμβαση - μπορεί ακόμα να στοχεύει
το θεσμό; Θεωρώντας ότι μια επανάσταση είναι πάντα πιθανή αυτό σημαίνει ακόμα
το αναγκαίο πέρασμα από μια "φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας", δηλαδή μια συλλογική
εφεύρεση των μορφών; Προς το
παρόν όπου το "επαναστατικό πρόγραμμα" δεν ορίζεται πλέον από την ιστορική
ολοκλήρωση ενός "υποκειμένου της επανάστασης" (ενός ηγέτη, ενός κυρίαρχου,
ενός λαού, ενός έθνους, μίας τάξης) οι δημοκρατικές θεωρίες της επανάστασης –
ιδιαίτερα αυτές των πρώην-μαρξιστών - παραδίδουν τις ελπίδες τους στα χέρια των
ατόμων «αυτόνομων και δημιουργικών» που ενώνοντας τις δυνάμεις τους, θα
πραγματοποιήσουν την αυτο-παραγωγή της ίδιας της κοινωνίας (Καστοριάδης, 1975),
για να οδηγήσουν σε μια "αυτόνομη κοινωνία". Αυτή η
αυτονομιστική αναπαράσταση ενός διαφορετικού μέλλοντος προϋποθέτει, εξάλλου,
ότι «η δημιουργική δραστηριότητα των διυποκειμενικοτήτων" θα προέκυπτε
αποκλειστικά από μια γενική ικανότητα του ανθρώπινου είδους να αυτοπαράγει την
κοινωνία του, ένα είδος συλλογικού ταλέντου, κρυφού ή εμποδιζόμενου από τις
ανάγκες της ιστορίας. Περίεργη
δημιουργική υπόθεση! Γιατί όταν
δεν καταγράφεται στις πιο πεζές και πιο διαδεδομένες προκαταλήψεις (όπως «οι
άνθρωποι πάντα ζούσαν σε κοινωνία»), ενώνει τις θέσεις των παραδοσιακών
μυθολογιών και θεογονιών αντιστρέφοντας μόνο την απόδοση του συγγραφέα: δεν
είναι πλέον οι δυνάμεις της ανθρωπομορφωποιημένης
φύσης, οι θεοί του σύμπαντος ή ο θεός της δημιουργίας που διαμορφώνουν την
ανθρώπινη κοινωνία, είναι η αυτονομία των ατόμων και των ομάδων που διαμορφώνουν
την «αυτόνομη κοινωνία». Οι
επαναστάτες, οι οποίοι έχουν τόσο συχνά γοητευθεί από τις θεσμικές μορφές της
επανάστασης, δεν τις βλέπουν πλέον ως ένα ρεύμα διαχεόμενων μορφών που αυτονομούν
συνεχώς τα απροσδιόριστα, αδιάφορα περιεχόμενα και γίνονται ισοδύναμες;
2Με το τέλος του ιστορικού κύκλου της
νεωτερικότητας, με την
εξάντληση της αντίφασης μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας τείνει να
εξαλειφθεί η μεγάλη διαδικασία της αυτονόμησης μιας συγκεκριμένης σφαίρας της
πολιτικής δράσης, αυτής του κράτους, της κρατικής εξουσίας: το
κράτος-αυτοκρατορία κράτος-βασιλεία αρχικά, έπειτα το έθνος-κράτος, μετά το
δημοκρατικό κράτος πρόνοιας και το γραφειοκρατικό εργατικό κράτος.
3Ωστόσο, μετά το 1968, μέσα στην αποσύνθεση
της παλιάς ταξικής κοινωνίας και στην ανασύνθεση της κεφαλαιοποιημένης
κοινωνίας, το κράτος τείνει να απαλλαγεί από τη λειτουργία της συγκράτησης και
της καταστολής της ταξικής αντίφασης. Είναι
κατακερματισμένο από την αποκέντρωση και την παγκοσμιοποίηση των περιφερειών,
και εξειδικευμένο από τις ανάγκες της "συμμετοχής των πολιτών" και
της "δημοκρατίας της εγγύτητας". Στόχος των
«μεταρρυθμίσεων του κράτους» είναι να κοινωνικοποιηθούν οι παλιές κυρίαρχες
εξουσίες του (Νόμος, Δικαιοσύνη, Αστυνομία, Κυριαρχία, Εκπαίδευση). Το "μικρό"
κράτος, απογραφειοκρατικοποιείται και γίνεται «διαφανές» γίνεται τώρα «κοινωνικό».
" Δεν λειτουργεί πλέον με την
τυποποίηση ή την ισοδυναμία. Αντιμετωπίζει
τα προβλήματα «κατά περίπτωση», είναι «δικτυωμένο» με τους
κοινωνικούς εταίρους, τις ενώσεις, τις ομάδες πίεσης.
4Αν οι υποθέσεις που έγιναν σε αυτό το
περιοδικό τα τελευταία δέκα χρόνια για την περιγραφή των μετασχηματισμών του
καπιταλιστικού συστήματος - υποθέσεις μη ενωτικές και μη απαλλαγμένες από
αντιφάσεις μεταξύ τους – αντιστάθηκαν αρκετά στη δοκιμασία της πραγματικότητας,
πρέπει να εξαχθούν συμπεράσματα πάνω στο ζήτημα της πολιτικής παρέμβασης, στο δυνατό
ιστορικό περιεχόμενό της και τους σημερινούς και μελλοντικούς τρόπους δράσης. Πρέπει
ιδιαίτερα να αντιμετωπίσουμε τις πολιτικές επιπτώσεις που αυτές οι νέες
ιστορικές αντιφάσεις οδηγούν την κριτική θεωρία και την πράξη. Το ζήτημα
της διαμεσολάβησης του κράτους μεταξύ του κινήματος και του θεσμού που ανέκαθεν
ήταν αποφασιστικό όσο και προβληματικό στις σύγχρονες επαναστάσεις έχει
καταστεί άνευ αντικειμένου σήμερα;
-Ι-
Το κράτος δεν είναι πλέον μια διαμεσολαβηση μεταξύ του κίνηματοσ και του θεσμου
5I.1 Επιδιώκοντας
να απαλλαγεί από τη δέσμευσή του στην εκμετάλλευση της παραγωγικής εργασίας και
έχοντας γίνει ένας φορέας αξιοποίησης για όλες σχεδόν τις ανθρώπινες
δραστηριότητες, το κεφάλαιο τείνει να περάσει από την μορφή-κράτος και την εξουσία
της ισοδυναμίας που περιέχει ακόμα, για να "διαχειριστεί" άμεσα τις
κοινωνικές σχέσεις. Με άλλα
λόγια, το κράτος και οι θεσμοί του, φορείς της κυριαρχίας της κοινωνίας που
ήταν μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, έχουν πλέον γίνει ένα εμπόδιο για τη
«δημιουργία της αξίας».
6Η πολιτική διαμεσολάβηση που
πραγματοποίησε το έθνος-κράτος, από την ολοκλήρωσή του κατά τη Γαλλική
Επανάσταση, ήταν να δοθεί στις κοινωνικές σχέσεις ένας ταξικός προσδιορισμός. Έδρασε πρώτα
για την οργάνωση και τον έλεγχο της κυκλοφορίας των κεφαλαίων, καθιστώντας την
κοινωνική σχέση συμβατή με τις απαιτήσεις της οικονομικής συσσώρευσης. Όπως επίσης
και για να μετατρέψει τις κοινωνικές αναπαραστάσεις υπέρ της ελευθερίας δράσης
των πολιτών-ιδιοκτητών.
7I.2 Μέσα στις
σύγχρονες επαναστάσεις, όλοι οι θεσμοί της κοινωνίας έχουν μορφοποιηθεί :
αστικές μορφές με την ιδιωτική ιδιοκτησία και το σύστημα της κοινοβουλευτικής
εκπροσώπησης, προλεταριακές μορφές με τη γραφειοκρατική διοίκηση της παραγωγικής
εργασίας στο "εργατικό-κράτος". Αντλώντας τη
δύναμή τους από αυτή την κρατική εκπροσώπηση μιας τυπικής ενότητας της
κοινωνίας, πάνω από τις ιστορικές τους αντιφάσεις, οι θεσμοί της αστικής
κοινωνίας, όπως αυτοί της σοβιετικής σοσιαλιστικής κοινωνίας, είχαν αυτό το
χαρακτήρα του "ψυχρού τέρατος" που αποδίδει ο Νίτσε στο σύγχρονο
κράτος. Και στις δύο περιπτώσεις, οι μορφές
του ήταν αυτές που ενέπλεκαν τη διαδικασία αξιοποίησης του κεφαλαίου ακόμα
υποκείμενη στην εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης. Εργασία
(εκμετάλλευση), Οικογένεια (πατριαρχική-δυναστική ή προλεταριοποιημένη),
Πατρίδα (το εθνικό κεφάλαιο, έπειτα διεθνές), Εκκλησία (ιεραρχική μετά
δημοκρατική) ήταν οι βασικές διαμεσολαβήσεις μέσω των οποίων όλοι οι θεσμοί
έλαβαν τη μορφή τους και μετέδωσαν τα πρότυπά τους. Ωστόσο,
αυτές οι διαμεσολαβήσεις είναι όλο και λιγότερο αναγκαίες για τις δυνάμεις του
κεφαλαίου για την αξιοποίηση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων σήμερα. Για τις
ομάδες των ηγετών σήμερα, οι νομιμοποιημένοι από το κράτος θεσμοί, έστω και
αποδυναμωμένοι, εξακολουθούν να περιέχουν πολύ "ακαμψία" και
"αρχαϊκότητα". Εργαλειοποιόντας
την παλιά κριτική της συνδικαλιστικής
γραφειοκρατίας στη Δύση και της κρατικής γραφειοκρατίας, στην Ανατολή, οι
δημόσιοι και ιδιωτικοί διαχειριστές της αναπαραγωγής του καπιταλιστικού
συστήματος ορίζουν τους θεσμούς ως γραφειοκρατικά τέρατα («μαμούθ») που πρέπει
να «ελαστικοποιηθούν» να γίνουν «διαφανή, ευκίνητα και φιλικά." Αυτή η
κίνηση της αυτονόμησης των θεσμών είναι που μας επιτρέπει να μιλάμε για κράτος-δίκτυο,
ακόμη και αν αυτή η κίνηση είναι αντιφατική, δεδομένου ότι σε μεγάλο βαθμό
προωθείται από ό, τι απομένει από τη μορφή του «έθνους-κράτους». Τα
δίκτυα επιτρέπουν να επιτευχθεί αυτός ο στόχος της αυτονόμησης των
θεσμών. Η πρόκληση είναι τώρα η μετάβαση
από το έθνος-κράτος στο κράτος-δίκτυο. Με τις
μεταρρυθμίσεις, διαδοχικές και αντικρουόμενες, αυτές οι πολυπολικές εξουσίες
του κεφαλαίου και του κράτους δημιουργούν μια "σύνδεση" των ενδιάμεσων,
που μπορούν να συνδυαστούν, υποβαθμιστούν και να διαχειριστούν από απόσταση, ένας
καθολικός έλεγχος των ενεργειών κατά κάποιο τρόπο. Αλλά αυτοί
οι ενδιάμεσοι, με τη σειρά τους, γίνονται πολύ αδιαφανείς και πολύ συνεπείς,
πρέπει τώρα να εξαφανιστούν παντελώς μέσα στην αμεσότητα της εικονικής
πραγματικότητας (κυβερνοδημοκρατία, εικονικοί πόλεμοι και "χειρουργικά"
χτυπήματα, τηλεματική ανταλλαγή, τεχνητή αναπαραγωγή, e-cash, δικτυακή
οικονομία κλπ..).
8Στην παρούσα ιστορική στιγμή, το να μιλάμε
για μεσολάβηση σχετικά με τη δράση των φορέων της αμεσότητας που είναι τα
δίκτυα και άλλες "διαμεσολαβήσεις" είναι μια φάρσα. Μέσα στην ιδιαίτερη
αποσύνθεση / ανασύνθεση της κοινωνίας μετά το 1968, οι αντι-καπιταλιστικοί
αγώνες έχουν χάσει την προλεταριακή τους άγκυρα. Εκφράζουν,
τόσο ως προς το περιεχόμενο όσο και στις μορφές, το υψηλότερο επίπεδο της
εξατομίκευσης που έχει επιτευχθεί από τις κοινωνικές σχέσεις και τις αντιφάσεις,
που η «βασική αντίθεση» μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας είχαν αποκρύψει (κίνημα
των γυναικών, οικολογία, κλπ..). Στη
συνέχεια, αυτά τα "κινήματα" αλλάζουν στην αναζήτηση για την δυνατή ιστορική
τους διαμεσολάβηση (αναμόρφωση), η συζήτηση του κεφαλαίου (δημοσιογράφοι,
ακαδημαϊκοί, εμπειρογνώμονες, κλπ..) θα ορίσει κάθε αγώνα που λαμβάνει νέες
μορφές η περιεχόμενα, με το όνομα «κοινωνικά κινήματα». Έτσι οι
αγώνες του 1986 και τα "συντονιστικά" εργαζομένους στους
σιδηροδρόμους, νοσηλευτών, φοιτητών γνώριζαν αυτή την κοινή σημασιολογική μοίρα
...
9Σήμερα, αυτοί οι ίδιοι ειδικοί του
κοινωνικού όλο και πιο ακριβείς και επαγγελματίες, μας κάνουν κοινωνούς της
τελευταίας τους ανακάλυψής του 90: τα "νέα κοινωνικά κινήματα»! Σε αντίθεση
με το «κοινωνικό ζήτημα», το οποίο όρισε την πάλη των τάξεων στην αστική
κοινωνία του ΧΙΧ ου αιώνα και
του οποίου η μεσολάβηση ήταν φορέας ενός άλλου μέλλοντος για την ανθρωπότητα
και για τις συνθήκες ζωής στη γη, μιλώντας για " κοινωνικά κινήματα" δεν
είναι αποδεκτή η ενσωμάτωση της ρήξης με το κεφάλαιο στην ίδια την κίνηση της
κεφαλαιοποίησης του ανθρώπινου είδους; Η έννοια του
«κοινωνικού κινήματος» εκφράζει τίποτε άλλο από την πολιτική εργαλειοποίηση αυτού
που ήταν το πραγματικό κίνημα του παλαιού υποκειμένου της επανάστασης: του
προλεταριάτου; Εάν αυτό δεν συμβαίνει, ποιών
διαμεσολαβήσεων τα σημερινά «κοινωνικά κινήματα» είναι φορείς για ένα
διαφορετικό μέλλον7 της κεφαλαιοποιημένης
κοινωνίας; Αυτές είναι ερωτήσεις που οι σχισματικοί
με την αναπαραγωγή του υπάρχοντος πρέπει να αντιμετωπίσουν.
10I.3 Αποτέλεσμα
της μεγάλης ρήξης που ήταν η Μεταρρύθμιση, που έφτασε
στο αποκορύφωμά της με τις επαναστάσεις (αστικές και προλεταριακές) της
σύγχρονης κοινωνίας, η παλιά πολιτική διαλεκτική ανάμεσα στο κίνημα και το
θεσμό δεν λειτουργεί πλέον σήμερα. Γνωρίζουμε
πως αυτή η διαλεκτική έχει επανενεργοποιηθεί από ορισμένα στελέχη της άκρας
αριστεράς μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ( Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα κυρίως),
αλλά και από αριστερές ρεύματα μετά 1968 (όπως αυτά της θεσμικής ανάλυσης και
αυτο-διαχείρισης) . Διακρίνοντας
μια στιγμή θέσμισης (αυτή του αρνητικού, της κριτικής, της αμφισβήτησης, σε
σχέση με μια "αυτόνομη" επαναστατική υποκειμενικότητα), η οποία
έρχεται σε αντίθεση με τη θετική στιγμή, αυτή του θεσμισμένου , αυτά τα
ρεύματα έχουν επικεντρωθεί στην φαντασιακή και ουτοπική διάσταση του κινήματος
εντός του θεσμού (ή δίπλα σ’ αυτόν για τους "εναλλακτικούς"). Αλλά
εξακολουθούν να είναι προσκολλημένοι σε ένα κινηματικό σχεδιασμό του θεσμού και
κατά συνέπεια της πολιτικής παρέμβασης. Αυτός ο
σχεδιασμός αυτονομεί την μορφή του κινήματος σε βάρος του ιστορικού του περιεχομένου
και του πολιτικού του στόχου, είναι το κίνημα για το κίνημα, η δημοσιότητα του
κινήματος διατηρεί την συμπεριφορά του κινήματος και αντίστροφα. Το κινηματικό
άτομο είναι συνεχώς "σε κίνηση" και οι δραστηριότητες στις οποίες
επενδύει, πρέπει επίσης να είναι "σε κίνηση." Εάν, όπως θα
προσπαθήσουμε να δείξουμε στη συνέχεια, ο θεσμός έχει απορροφηθεί σε μια "διαχείριση
των ενδιάμεσων", η σκέψη πολιτικής παρέμβασης με όρους κινηματικούς,
δεν είναι πλέον λύση στο παρόν και ακόμα λιγότερο στο μέλλον.
-ΙΙ-
Από το "πραγματικό κίνημα" της επανάστασης στα «κοινωνικά κινήματα»:
το κινηματικο αδιεξοδο και η αυτονομιστική φαντασίωση.
Δεδομένου ότι η
Γαλλική Επανάσταση οδήγησε σε θεσμούς,
ο Sancho συνάγει ότι η Επανάσταση "ελέγχει" το αποτέλεσμα αυτό.
Μαρξ Η Γερμανική Ιδεολογία (Saint-Max).
ο Sancho συνάγει ότι η Επανάσταση "ελέγχει" το αποτέλεσμα αυτό.
Μαρξ Η Γερμανική Ιδεολογία (Saint-Max).
ΙΙ.1. Πραγματικό κίνημα, επαναστατικό-κρατοσ
και κινηματισμοσ στις σύγχρονες επαναστάσεις
11Για να γίνει κατανοητό πως η έννοια του
«κοινωνικού κινήματος» ήταν σε θέση, μετά το 1968, να γενικευθεί όπως συμβαίνει
σήμερα, στο πολιτικο-δημοσιογραφικό συνονθύλευμα των «κοινωνικών συγκρούσεων»,
θα πρέπει να επανεξετάσουμε την έννοια του "πραγματικού κινήματος"
της επανάστασης.
12Για τον Hegel, η αντίφαση ήταν ταυτόχρονα
η ώθηση και η δραστηριότητα ενός κινήματος, η ανάπτυξη της διαλεκτικής του,
δηλαδή η υλοποίηση του ως καταστολή-υπέρβαση, που παράγει ένα αποτέλεσμα, ένα επιστέγασμα:
αυτό του λόγου στην ιστορία (κράτος) και αυτό του πνεύματος στον κόσμο (απόλυτη
γνώση). Γνωρίζουμε τον ύμνο του ιδεαλισμού
του Χέγκελ: είναι «το πνεύμα ενός λαού", που οδηγεί το πραγματικό κίνημα
των επαναστάσεων, και όσον αφορά τη σύγχρονη εποχή, αυτό το κίνημα δεν είναι
τίποτε άλλο από την οικονομική ιδιαιτερότητα της κοινωνίας των πολιτών (η
συμμαχία της εργασίας και της ιδιοκτησίας) νομιμοποιημένη από την παγκοσμιότητα
του έθνους-κράτους (στα χέρια της αστικής τάξης).
13 Ο Μαρξ θα δώσει ιστορικό περιεχόμενο στην
έννοια του πραγματικού κινήματος στις σύγχρονες επαναστάσεις: αυτό της
κοινωνικής τάξης και της άρνησής της. Αυτός όχι
μόνο διακρίνει, αλλά αντιπαραθέτει το απλό νομικό-πολιτικό αποτέλεσμα ενός
ιστορικού κινήματος και την πραγματική
ιστορική επαναστατική στιγμή του, αυτή που ανατρέπει την παλιά κοινωνία. Έτσι,
αναλύοντας την επανάσταση του 1848 στη Γαλλία, έγραψε: «η 25 Φεβρουαρίου, έδωσε
την Δημοκρατία στη Γαλλία, η 25 Ιουνίου της επέβαλε την επανάσταση. Μετά τον
Ιούνιο, επανάσταση σήμαινε: ανατροπή της αστικής κοινωνίας, ενώ πριν από τον
Φεβρουάριο, είχε σημάνει: ανατροπή του συστήματος της διακυβέρνησης.
"
14 Το τυπικό αποτέλεσμα της επανάστασης έχει
ξεπεραστεί από την πραγματική κίνησή της, η πορεία της σύγκρουσης συνεχίζει στο
ίδιο το πεδίο των ταξικών συνιστωσών των επαναστατικών δυνάμεων.
Μπορούμε επομένως να δούμε να αντιτίθενται αφενός, ένα τμήμα της
τάξης ή ένας συνασπισμός συμφερόντων που θέλει να σταματήσει το κίνημα συνδέοντάς
το (Staat ) με αυτό
που γενικά θα μπορούσαμε να ονομάσουμε ένα «επαναστατικό κράτος», των «επαναστατικών
θεσμών» και αφετέρου ένα πιο ριζοσπαστικό συστατικό (ultra), που θέλει να συνεχίσει το κίνημα για να καταστήσει
αμετάκλητη την επανάσταση και να ανοίξει τους ορίζοντές της στο μέγιστο των
δυνατοτήτων τους. Αν το «επαναστατικό κράτος» επιβλήθηκε
περνώντας τους συμβιβασμούς με την παλαιά τάξη για να εφαρμόσει το προγράμμα
της αντεπανάστασης, οι υποστηρικτές του κινήματος μπορούν στη
συνέχεια να ξαναγίνουν μια μειονότητα, απομονωμένοι, και δραστηριοποιούμενοι μερικές
φορές σε μορφές εσωστρέφειας (σέχτες) ή φυγής στην τρομοκρατία.
15Σε αυτό το αφηρημένο σχήμα και οικειοθελώς
ρητορικό, θα μπορούσαμε να ονομάσουμε κινηματικές τις πολιτικές δράσεις οι
οποίες, στη νέα περίοδο που άρχισε με την Επανάσταση, λειτουργούν σε συνάρτηση
με το παλιό πραγματικό κίνημα της επανάστασης, αλλά στερούνται του ιστορικού
περιεχομένου του , συνδέονται μόνο με τη μορφή του
κινήματος. Δεν υπάρχει πλέον πραγματικό
κίνημα της επανάστασης, υπάρχει κινηματισμός. Αυτή η μορφή-κίνημα, θα πρέπει να
σημειώσουμε, δεν είναι καθαρά τυπική, θα μπορούσε να προσβλέπει στην έλευση ενός
επαναστατικού περιεχομένου, αλλά μπορεί επίσης να πληρώσει στο τουρνικέ και το
ρεφρέν επαναστατισμού. Ο
κινηματισμός αυτονομεί ορισμένους τρόπους δράσης του πραγματικού κινήματος,
ορισμένες περιστασιακές μορφές του αγώνα για να τις κάνει μια άμεση εμπειρία,
ένα είδος εργαστηρίου του κινήματος ή μια συλλογή από λαμπρά παραδείγματα.
16Αν εξετάσουμε από αυτή την οπτική, το
μέλλον των μεγάλων επαναστατικών κινημάτων στο μοντερνισμό, υπάρχουν μέθοδοι
παρέμβασης και οργανωτικές μορφές που θα μπορούσαν να δοθούν ως ισοδύναμα του κινηματισμού. Τέτοια ήταν
η περίπτωση των διαφόρων συμβουλιακών μορφών, η έκκληση για γενική απεργία και ο
μύθος της «Μεγάλης νύχτας» ή ακόμα και οι τάσεις της αυτοδιαχείρισης ... του
κεφαλαίου.
17Μετά το 68, το ιστορικό περιεχόμενο της
επανάστασης και το επαναστατικό του υποκείμενο, το προλεταριάτο, αφού
εξαφανίστηκε ως επαναστατική τάξη αρνείται, τις αντιφατικές στιγμές της
κεφαλαιοποιημένης κοινωνίας που ορίστηκαν ως «κοινωνικά κινήματα». Τα κοινωνικά
κινήματα που δεν έχουν πλέον σχεδόν καθόλου εξωτερικότητα σε σχέση με μια
πιθανή επαναστατική ασυνέχεια και ως εκ τούτου στερούνται της ικανότητας, της
φαντασίας και της δράσης για ένα διαφορετικό μέλλον της κεφαλαιοποιημένης
κοινωνίας. Οι απαιτήσεις
της οικονομίας τα οδηγούν σε κατευθύνσεις που έχουν ήδη χαραχθεί από τη
δυναμική του καπιταλισμού. Έτσι, ο
καπιταλιστικός ορίζοντας μιας ομοσπονδιακής Ευρώπης έχει λυγίσει την τροχιά του
λεγόμενου "κοινωνικού κινήματος" προς το κοινωνικό-δημοκρατικό-κρατικό
λυκόφως του: έτσι, για παράδειγμα, ο Bourdieu και οι υποστηρικτές του ζητούν «γενικά κράτη (σ.μ. États
généraux: έκτακτες συνεδριάσεις που συγκαλούνταν από τον βασιλιά τον 18ο αιώνα για
να αντιμετωπίσουν μια οικονομική ή πολιτική κρίση) για ένα ευρωπαϊκό κοινωνικό κίνημα»!. [...]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου