Τρίτη 29 Μαρτίου 2016

Συζήτηση για «μια κοινωνία χωρίς χρήματα» και ορισμένες προκαταρκτικές παρατηρήσεις

26 Οκτ, 2015

Στην συνέχεια παρουσιάζεται το κείμενο που προετοιμάστηκε επ’ ευκαιρία της  συζήτησης, στις 3 Οκτωβρίου 2015, στο Parole Errante στο Montreuil, αλλά και τα προπαρασκευαστικά σχόλια του J.Wajnsztejn. Το ζήτημα της ρήξης με τα χρήματα έχει συχνά συζητηθεί στις δεκαετίες 70/80 από ομάδες της άκρας-αριστεράς. Όπως το Temps critiques στη συνέχεια έχει διατυπώσει στο «Χρηματοοικονομική κρίση και πλασματικό κεφάλαιο», η ανάπτυξη του πλασματικού κεφαλαίου εκφράζεται με ένα τρόπο διαρθρωτικό και όχι κυκλικό.


Ανθρώπινη κοινότητα: μια κοινωνία χωρίς χρήματα;

Ο ορισμός μ’ ένα κάπως ακριβή τρόπο του τι είναι στην πραγματικότητα μια κοινωνία χωρίς κυριαρχία, χωρίς χρήματα που εγώ αποκαλώ "ανθρώπινη κοινότητα" ήταν πάντα ένα ευαίσθητο έργο.
Παρ 'όλα αυτά, θα προσπαθήσω να εκφράσω αυτό με το οποίο θέλω να έρθουμε σε ρήξη για να τελειώσουμε με την καπιταλιστική κοινωνία που ορίζω με τον όρο «κεφαλαιοποιημένη κοινωνία" . Κατά την γνώμη μου υπάρχουν σημεία που είναι θεμελιώδη για να έρθουμε σε ρήξη με την κεφαλαιοποιημένη κοινωνία, αυτά είναι:
  • Ο τερματισμός της κυριαρχίας
  • Ο τερματισμός της κοινωνικής σχέσης που βασίζεται στην υποταγή, στην εργασία / ή εκτός εργασίας.
  • Το να ξαναβρούμε μια σύνδεση με τη φύση / η οποία θα αμφισβητεί την τεχνο-βιομηχανική κοινωνία
  • Ο τερματισμός της εμπορευματικής ανταλλαγής, ή οποιουδήποτε άλλου γενικού ισοδυνάμου.

Σε αυτό το τελευταίο σημείο, θα επικεντρωθεί ο συλλογισμός μας.
Για να ορίσω τον κόσμο τον οποίο επιδιώκω λέω, εδώ και πολύ καιρό, ότι πρέπει καταρχήν να ξεφύγουμε από την μισθωτή εργασία χωρίς μεταβατική περίοδο. Θα ήθελα επίσης να προσθέσω ότι αυτό που θα μπορούσε να ξεπηδήσει με αυτή τη διαδικασία της κατάργησης της μισθωτής εργασίας είναι μια βαθιά αλλαγή της κοινωνικής σχέσης, ως εκ τούτου  το τέλος της, οδηγώντας τα ανθρώπινα όντα να αναλάβουν την ευθύνη της ζωής τους και να ανατρέψουν τα θεμέλιά της. Ποιες είναι οι προοπτικές σήμερα που θα μπορούσαν να μας επιτρέψουν να εξετάσουμε ένα πέρασμα σ’ αυτόν τον κόσμο. Πώς θα μπορούσε να γεννηθεί η κριτική σχετικά μ΄ αυτόν. Διότι σήμερα, το κεφάλαιο είναι καθολικό, με την έννοια ότι τείνει να αξιοποιήσει όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που διαφεύγουν εν μέρει  (βλ. βιοεπιστήμες) ..
Με το τέλος των προλεταριακών αγώνων ως μέρος μιας επαναστατικής προοπτικής, είναι το κεφάλαιο που επαναστάτησε επιδιώκοντας να επιτύχει η ενότητα της δίκης του διαδικασίας (γνωστικής, παραγωγικής, εμπορικής και οικονομικής). Μέσα από την τεχνολογική επανάσταση και ιδιαίτερα της πληροφορικής και των επικοινωνιών, έχει εισβάλει σε κάθε πτυχή της ζωής μας, σμικρύνοντας τις παραγωγικές δυνάμεις και κάνοντας τες με την ίδια διαδικασία τεχνικά αντικείμενα για κατανάλωση. Πάντα η διαδικασία ολοποίησης του κεφαλαίου! Η ένταξη των κυριαρχούμενων στο σύστημα αυτό επικυρώθηκε με την ανάπτυξη του «καταναλωτισμού», της καταναλωτικής κοινωνίας. Από το New Deal έως τα 30 ένδοξα χρόνια η οπτική του κεφαλαίου δεν θεωρούσε πλέον τον λεγόμενο προλετάριο ως παραγωγό, αλλά επίσης, και κυρίως ως χρήστη και καταναλωτή στην κεφαλαιοποιημένη κοινωνία. Η εποχή του καταναλωτισμού, με τον Φορντικό τρόπο ρύθμισης των κοινωνικών σχέσεων πραγματοποιήθηκε στη φάση της πραγματικής κυριαρχίας του κεφαλαίου. Λίγα λόγια για την έννοια αυτή, το περιοδικό Invariance ανέπτυξε με αφετηρία την ανάλυση του έκτο κεφαλαίου του Ανέκδοτου Κεφαλαίου, μια ανάλυση της σχέσης μεταξύ τυπικής κυριαρχίας και πραγματικής κυριαρχίας. Στην τυπική κυριαρχία, η διαδικασία της εργασίας υπόκειται ήδη στην διαδικασία αξιοποίησης του κεφαλαίου (πράγμα που δεν συμβαίνει στην προηγούμενη φάση της μικρής εμπορευματικής παραγωγής). Η διαδικασία της εργασίας υπόκειται στο κεφάλαιο και ο καπιταλιστής εισέρχεται ως επικεφαλής στη διαδικασία αυτή (Μαρξ, un chapitre inédit du capital ed. 10/18 p.191) το στάδιο της παραγωγής είναι ήδη αυστηρά καπιταλιστικό, αλλά όχι ακόμα αυτό της αναπαραγωγής. Στο πλαίσιο της ανάλυσης του Μαρξ, αυτή είναι μια φάση της παραγωγής της απόλυτης υπεραξίας η οποία βρίσκεται στο επίκεντρο αυτής της φάσης. Έτσι, δεν είναι όλα κεφάλαιο σ’ αυτό το στάδιο. Αυτό το στάδιο μπορεί να χρονολογηθεί από τη βιομηχανική επανάσταση έως την δεκαετία του '20 του 20ου αιώνα. Κατά τη φάση της πραγματικής κυριαρχίας, η άμεση υπαγωγή της διαδικασίας της εργασίας στο κεφάλαιο παραμένει, αλλά η διαδικασία της εργασίας σταδιακά χάνει την υπεροχή της υπέρ μιας διαδικασίας όλο και πιο αφηρημένης και γίνεται αδιαφοροποίητη για οποιαδήποτε συγκεκριμένη μορφή εργασίας γεγονός που σίγουρα αλλάζει τη δομή και τις συνθήκες της τελευταίας. Μια διαδικασία που θα φθάσει στην πλήρη ανάπτυξή της στην επιχειρηματική αναδιάρθρωση της δεκαετίας του 80. Η κυριαρχία του κεφαλαίου γίνεται καθολική με την έννοια ότι τα πάντα δυνητικά τείνουν να γίνουν κεφάλαιο. Σε αυτή τη μορφή, είναι το πάγιο κεφάλαιο που γίνεται κυρίαρχο μέσω, μεταξύ άλλων, της ενσωμάτωσης της τεχνολογίας και της επιστήμης στην παραγωγική διαδικασία. Το κεφάλαιο παρουσιάζεται ως η πηγή της υπεραξίας: το κέρδος διαγράφει την υπεραξία. Είναι επομένως μια φάση ανάπτυξης της τεχνο / επιστήμης. Η εργασία γίνεται «επουσιώδης» στη διαδικασία αξιοποίησης, ένας κρίκος μεταξύ άλλων στην αλυσίδα, της συνολικής διαδικασίας.
Η θεωρία της αξίας / εργασίας

Η θεωρία της αξίας / εργασίας του Μαρξ δεν έβλεπε τον πλούτο παρά μόνο στην εργασία, ενώ σήμερα είναι η αξία ως μια αφαίρεση που κυριαρχεί. Το κεφάλαιο είναι αξία που αυτοαξιοποιείται. Η αξία αυτονομείται όλο και περισσότερο από την ζωντανή εργασία (τάση της αποουσιαστικοποίησης της ζωντανής εργασίας στη διαδικασία αξιοποίησης). Η δυναμική του κεφαλαίου δεν οδηγείται πλέον κυρίως από μια διαλεκτική των ανταγωνιστικών σχέσεων κεφαλαίου / εργασίας, αλλά από τον κυρίαρχο ρόλο που διαδραματίζει η νεκρή εργασία (μηχανήματα, ρομποτική, υπολογιστές) πάνω στην ζωντανή εργασία και την ενσωμάτωση της τεχνο-επιστήμης στη διαδικασία παραγωγής. Η επισφάλεια, η ανεργία, η ευελιξία, επιβεβαιώνουν την αποουσιαστικοποίηση της εργατικής δύναμης, καθώς η εργατική δύναμη είναι "εκ του περισσού" στο βαθμό που δεν είναι πλέον το κέντρο της αξιοποίησης. Επιπλέον, υπάρχει μια δημιουργία δραστηριοτήτων που είναι απαραίτητες για την ανάπτυξη του κεφαλαίου (ιδίως στις «Υπηρεσίες») οι οποίες δεν αποτελούν παραγωγική εργασία, υπό την έννοια της κλασικής πολιτικής οικονομίας του Μαρξ. Παρ 'όλα αυτά, η αυτονόμηση της αξίας σε σχέση με τη ζωντανή εργασία δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στη δημιουργία νέων, αλλά απαραίτητων δραστηριοτήτων που συσκοτίζουν τις πηγές της αξιοποίησης. Όλες οι εργασίες γίνεται παραγωγικές ... για το κεφάλαιο! και η αξία φαίνεται όλο και περισσότερο εξατμισμένη. Έτσι υπάρχει αποουσιοποίηση της αξίας. Η αξία τείνει να μην είναι τίποτα περισσότερο από μια μορφή, μια αναπαράσταση, είναι το κεφάλαιο που κυριαρχεί με το να γίνει ολοκληρωτικό, δεδομένου ότι τείνει να μειώσει τα πάντα στον εαυτό του. Δεν υπάρχει αντίθεση ανάμεσα σε αφηρημένο κεφάλαιο (χρηματοοικονομικό) και σταθερό (βιομηχανικό, όπως θεωρούν οι οπαδοί της αντι-παγκοσμιοποίησης ή άλλοι λεγόμενοι «αντι καπιταλιστές», αλλά ενότητα μεταξύ αυτών των δύο μορφών του κεφαλαίου). Δεν υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ της πραγματικής οικονομίας και των χρηματοοικονομικών, αλλά μια διαδικασία ολοποίησης του κεφαλαίου με τα δίκτυα εξουσίας που συστήνονται για να ρευστοποιήσουν τα κεφάλαια σε όλο τον κόσμο. Από την ικανότητά του να ρέει σε όλο τον κόσμο, το νόμισμα αποουσιοποιείται όπως και η αξία.

Η επιρροή της τεχνο / επιστήμης

Με την επιρροή της τεχνο / επιστήμης, το κεφάλαιο γίνεται "καθολικό", γίνεται ολοκληρωτικό, με την έννοια ότι μειώνει όλες τις δραστηριότητες σε μια δραστηριότητα κεφαλαιοποίησης έστω και αν παρουσιάζεται ως πηγή νέων ελευθεριών / ευκαιριών, από τις πιο ασήμαντες έως τις πιο θεμελιώδεις, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ουτοπία της εξόδου από την φύση. Το κεφάλαιο αναπαράγεται όλο και πιο γρήγορα, καθίσταται πλασματικό, εικονικό, αναμορφώνει τη φύση και την ανθρώπινη δραστηριότητα σε όλες τις πτυχές τους. Η χρηματιστικοποίηση και η πλασματικοποίηση του κεφαλαίου είναι τα χαρακτηριστικά του τρέχοντος τρόπου λειτουργίας του κεφαλαίου. Το πλασματικό κεφάλαιο έγινε ένα σημαντικό στοιχείο για την παροχή ρευστότητας και ταμειακών ροών για την οικονομική ανάκαμψη, όπως έχουμε δει στο New Deal.  Η Κεϋνσιανή εποχή έχει χρησιμοποιήσει το πλασματικό κεφάλαιο επίσης για να προκαλέσει το χρέος των κρατών, των εταιρειών, των επενδυτικών τραπεζών από τις κεντρικές τράπεζες, αλλά και για την επανεκκίνηση των οικονομιών. Από τη δεκαετία του '80, η αύξηση του χρέους των κρατών ήταν ταυτόχρονη με την ανάπτυξη του πλασματικού κεφαλαίου. Το κρατικό χρέος είναι ένα μέσο με το οποίο τα πιο ισχυρά κράτη "λειτουργούν" την οικονομία τους. Όσο περισσότερο ένα κράτος δανείζεται τόσο πιο πλούσιο είναι επειδή με αυτόν τον τρόπο συλλαμβάνει τον πλούτο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες αποτελούν ένα ιδιαίτερο παράδειγμα, είναι η πιο χρεωμένη χώρα επειδή είναι το πιο ισχυρή. Έτσι, το κεφάλαιο χρησιμοποιεί την πίστωση με διαρθρωτικό τρόπο! Η χρήση των νομισμάτων εμπιστοσύνης όπως και της πίστωσης έχουν επιτείνει την αποϋλοποίηση των χρημάτων. Η δημιουργία πλασματικού κεφαλαίου δεν είναι συγκυριακή, αλλά διαρθρωτική. Το κεφάλαιο είναι αξία σε διαδικασία, και η αξία είναι το κεφάλαιο σε διαδικασία. Η συσσώρευση γίνεται και έξω από την παραγωγική σφαίρα και αυτή αντιστοιχεί στην πλασματική αξία.
Το κεφάλαιο δεν συσσωρεύει οτιδήποτε ή οποιονδήποτε. Ο Jacques Camatte στα τέλη της δεκαετίας του '70, μίλησε για ανθρωπομορφισμό του κεφαλαίου, το κεφάλαιο γίνεται άνθρωπος, και επίσης ο άνθρωπος «κεφαλαιοποιείται». Αυτό σημαίνει ότι η κοινωνία του κεφαλαίου χαρακτηρίζεται όχι μόνο από το γεγονός ότι "εμπορευματοποιεί", αλλά επίσης από το ότι επιβάλει τις δικές της «αξίες» που δεν είναι μόνο αυτή του να "έχουμε περισσότερα χρήματα." Για παράδειγμα, δεν αφορά μόνο στο να έχουν περισσότερα χρήματα, αλλά κυρίως στο να έχουν περισσότερη εξουσία. Ειδικά για το παγκόσμιο κεφάλαιο η εξουσία του αποδεικνύεται από τις προσπάθειές του να κερδίσει περισσότερο σε ρευστότητα και ταχύτητα κυκλοφορίας, ακόμη και αν αυτό έχει να κάνει με περικοπές σε όλες τις δραστηριότητες που το ακινητοποιούν με τις τρέχουσες εκδηλώσεις των συνεχών μετεγκαταστάσεων και την ευελιξία της εργασίας που συνοδεύει την αυξημένη κινητικότητα του κεφαλαίου. με τις σημερινές εκδηλώσεις των συνεχών μετεγκαταστάσεων και την ευελιξία της εργασίας που κάνουν το εργατικό δυναμικό λιγότερο ουσιώδες στην παραγωγική διαδικασία.
Στο βαθμό που το κεφάλαιο είναι «τα πάντα» και μονοπωλεί τα πάντα, με ποιο τρόπο θα μπορούσαμε να έρθουμε σε ρήξη με την εν λόγω κεφαλαιοποιημένη κοινωνία; Προς το παρόν, θα μιλήσω από την άποψη της θεωρητικής ρήξης, δηλαδή, είναι σημαντικό το γεγονός ότι θεωρητικά γνωρίζουμε πώς να εξετάσουμε την ρήξη. Ριζοσπαστικά μέτρα είναι απαραίτητα για τον τερματισμό του κεφαλαίου και αυτό χωρίς μεταβατική περίοδο αλλιώς εξακολουθούμε να πέφτουμε πίσω στα παλιά σχήματα (διαχείριση της μετάβασης, αυτοδιαχείριση, γραφειοκρατία, κράτος).
Δεν θα είναι το αποτέλεσμα μιας τάξης που θα έχει μια αποστολή να εκτελέσει, η επανάσταση δεν θα είναι στο όνομα μιας τάξης, αλλά με "τίτλο ανθρώπινο".
Θα ήθελα να παραθέσω μερικά αποσπάσματα από τον Moses Hess για τα χρήματα (από το 1844 / Κομμουνιστικό Κατήχηση)
  • Τι είναι τα χρήματα; είναι η αξία που εκφράζεται σε αριθμούς της ανθρώπινης δραστηριότητας, η ανταλλακτική αξία της ζωής μας.
  • Μπορεί η δραστηριότητα των ανθρώπων να εκφράζεται σε αριθμούς; Η ανθρώπινη δραστηριότητα, και πολύ περισσότερο ο ίδιος ο άνθρωπος δεν έχουν καμία τιμή, διότι η ανθρώπινη δραστηριότητα είναι η ανθρώπινη ζωή την οποία δεν μπορεί να αντισταθμίσει οποιοδήποτε ποσό χρημάτων, είναι ανεκτίμητη
  • Τι πρέπει να συμπεράνουμε από την ύπαρξη των χρημάτων; Πρέπει να συμπεράνουμε την ύπαρξη της ανθρώπινης δουλείας. Το χρήμα είναι το σημάδι της δουλείας του ανθρώπου, διότι είναι η αξία του ανθρώπου εκφρασμένη σε αριθμούς.
  • Πόσο ακόμα οι άνθρωποι θα παραμένουν σκλάβοι και θα πωλούνται με όλες τις ικανότητές τους για χρήματα;
Θα παραμείνουν έτσι μέχρι η κοινωνία να παρέχει και να εγγυάται σε όλους τα μέσα που χρειάζονται για να ζήσουν και να δράσουν ανθρωπίνως, έτσι ώστε το άτομο δεν θα είναι πλέον αναγκασμένο να αποκτήσει τους πόρους αυτούς με δική της πρωτοβουλία και με στόχο να πουλήσει την δραστηριότητά του για να αγοράσει ως αντάλλαγμα μέρος της δραστηριότητας άλλων ανθρώπων. Αυτό το εμπόριο ανθρώπων, αυτή η αμοιβαία εκμετάλλευση, αυτή η βιομηχανία, που ονομάζεται ιδιωτική, δεν μπορεί να καταργηθεί από οποιοδήποτε διάταγμα, μπορεί να καταργηθεί μόνο με την εγκαθίδρυση της κοινοτικής κοινωνίας στην οποία θα προσφέρονται στον καθένα τα μέσα για την ανάπτυξη και χρήση των ανθρώπινων ικανοτήτων του.
Αυτό δείχνει ότι τον 19ο αιώνα, σε ορισμένα στοιχεία μπορεί να περιγραφεί ως ριζοσπαστικό για την εποχή, το ζήτημα της ρήξης με τα χρήματα ήταν ζωτικής σημασίας.
Με τη γενίκευση των εμπορευματικών σχέσεων και την ανάπτυξη του καπιταλισμού, οι ανθρώπινες σχέσεις καθορίστηκαν από το χρήμα. Τα χρήματα γέννησαν καταστάσεις σύγκρουσης, τον ανταγωνισμό μεταξύ των ατόμων των οποίων η απογοήτευση για τη φτώχεια των ανθρώπινων σχέσεων αντισταθμίζεται από την επιθυμία να καταναλώνουν. Με την εμπορευματοποίηση της ανθρώπινης δραστηριότητας, οι ανθρώπινες σχέσεις δεν φαίνεται πλέον να εξαρτώνται από τους ανθρώπους, αλλά να καθορίζονται από ένα σύμβολο: το χρήμα. Ωστόσο, σήμερα η κοινωνία του κεφαλαίου υπερβαίνει τις καταναλωτικές σχέσεις (αγοράς / πώλησης) εντατικοποιόντας τις ροές, "διασυνδέοντάς" τες σε όλο τον κόσμο, λειτουργεί περισσότερο προς έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι αυτονομούνται, γοητευμένοι επίσης από έναν εικονικό κόσμο (ανάπτυξη της εικόνας) όπου οι μηχανές αντικαθιστούν τον άνθρωπο (βλ ανάπτυξη των ρομπότ). Η Τεχνο-επιστήμη συμβάλλει στο να διαταραχθούν οι κοινωνικές σχέσεις και δημιουργεί έναν κόσμο "δικτυωμένο", όπου το ανθρώπινο είδος χάνει τη σύνδεσή του με την κοινότητα. Οι ΤΠΕ εμμένοντας στην επιθυμία να αυξήσουν τη ροή και την ταχύτητα τους σε όλο τον κόσμο συμμετέχουν στην καταστροφή των κοινωνικών δεσμών που λειτουργούν για αρκετές δεκαετίες.
Η ανθρώπινη κοινότητα την οποία επιδιώκω, κατά τη γνώμη μου, δεν θα είναι μια κοινωνία παραγωγής, με την έννοια ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα θα βασίζεται σίγουρα στην ικανοποίηση των διατροφικών αναγκών μας, αλλά θα είναι επίσης και προπάντων μια έκφραση των δημιουργιών μας στο πλαίσιο της κοινότητας. Η ανταλλαγή των προϊόντων δεν θα είναι θεμελιώδης. Αυτό που θα δημιουργείται δεν θα είναι αναγκαστικά ανταλλάξιμο (αν υπάρχει ανταλλαγή, εννοώ την μη εμπορευματική ανταλλαγή), αλλά ωστόσο θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ή να μην χρησιμοποιηθεί σύμφωνα με τις προθέσεις του καθενός.
Με το τέλος των εμπορευματικών σχέσεων, εξαφανίζεται η κυριαρχία του προϊόντος στην παραγωγή. Το γεγονός της δημιουργίας δεν οδηγεί στην κατοχή ενός αντικειμένου, η δραστηριότητα της ανθρώπινης κοινότητας δεν θα πρέπει να βασίζεται στην παραγωγή / κατανάλωση. Η ελκυστικότητα ενός συγκεκριμένου αντικειμένου θα προέρχεται από την «αναγκαιότητά» του, αλλά όχι από μια αξία. Είναι, επίσης, η εξαφάνιση του παραγωγού / καταναλωτή. Ο τερματισμός των χρημάτων και της κυριαρχίας, είναι επίσης ένα τέλος στο διαχωρισμό που τεμαχίζει την ζωή μας σε παραγωγική ή μη παραγωγική, άεργη, καταναλωτική, ένα τέλος στην έννοια του χρόνου εργασίας / ελεύθερου χρόνου. Με το να είμαστε μέρος της ανθρώπινης δραστηριότητας, δεν θα νιώθουμε ούτε παραγωγοί ούτε καταναλωτές, αλλά παράγοντες στον μετασχηματισμό της ανθρώπινης δραστηριότητας. Τα άτομα θα ενταχθούν με βάση την εξοικείωσή τους για κοινές εργασίες χωρίς κατακερματισμό.
Ο τερματισμός της κυριαρχίας σημαίνει να τελειώσουμε με τις αντιπαραθέσεις / αντιπαλότητες, τους ανταγωνισμούς μεταξύ των ατόμων, καθώς ο άλλος θα είναι η συμπληρωματικότητα, ένας αμοιβαίος εμπλουτισμός. Το τέλος της κυριαρχίας του χρήματος θα επιτρέψει σχέσεις μεγαλύτερης αδερφοσύνης μεταξύ των ανθρώπων, όπου ο καθένας θα μπορεί να είναι μόνος του ή με άλλους. Σήμερα η ανταλλαγή, η αξία, η κίνηση αναπαραγωγής του κεφαλαίου τυποποιεί τις ζωές μας: η διατροφή «παγκοσμιοποιείται σε όλο τον κόσμο», ομοιότητα του αστικού σχεδιασμού σε όλο τον κόσμο, παγκόσμιος πολιτισμός, όλο και περισσότερο όμοια εκπαίδευση σε διαφορετικές χώρες. Η πτυχή της εθνικής κουλτούρας δεν αντιστοιχεί πλέον σε κάτι σημαντικό. Σε ένα σημείο στην ιστορία του, ο καπιταλισμός βρήκε στο έθνος το πλέον κατάλληλο πλαίσιο για την ανάπτυξή του (είναι σ’ αυτό το πλαίσιο που εκατομμύρια κυριαρχούμενοι σάστισαν και θυσιάστηκαν από τους παγκόσμιους πολέμους, εθνικιστικούς ή άλλους), ωστόσο σήμερα η κατάσταση είναι διαφορετική, το κεφάλαιο τείνει να το ξεφορτωθεί γιατί αυτό που έχει σημασία για αυτό είναι η ρευστότητά του, η εξάπλωσή του, τα δίκτυά του... εν συντομία ο παγκόσμιος χαρακτήρας του!
Η ανθρώπινη κοινότητα, με την επανάσταση με τίτλο ανθρώπινο θα είναι επομένως ταυτόχρονα καθολική και τοπική από τον τρόπο ζωής της. Συγκεκριμένα, πρέπει να έρθει σε ρήξη με τις έννοιες της επικράτειας, του έθνους και προφανώς του κράτους. Η παγκόσμια ανθρώπινη κοινότητα θα μας επιτρέπει να μετακινούμαστε εκεί που θέλουμε χωρίς να χρειάζεται να δείχνουμε χαρτιά. Δεν θα υπάρχουν πλέον πολιτιστικά ή κρατικά σύνορα, οι διαφορές μεταξύ των κοινοτήτων θα αποτελούν ένα άνοιγμα μεταξύ τους, το άτομο θα μπορεί να φθάσει σ’ ένα τόπο διαβίωσης, χωρίς η προέλευσή του να είναι ένα εμπόδιο για την ένταξή του.
Η φιλοδοξία της ανθρώπινης κοινότητας σε έναν κόσμο χωρίς χρήμα θα μπορούσε να γεννηθεί από την επιθυμία να ζήσουμε άλλες σχέσεις μεταξύ των όντων που δεν θα στηρίζονται πλέον στην μείωσή τους στη λειτουργία του παραγωγού ή μη παραγωγού κεφαλαίου. Οι άνθρωποι δεν θα ονομάζονται πλέον παραγωγοί, διότι η κοινωνία θα καθορίζεται από τις κοινωνικές λειτουργίες. Θα υπάρχει μια προσωπική ή συλλογική χρήση αυτού που παράγει η κοινότητα. Η προτεραιότητα της αμοιβαιότητας θα αντικαταστήσει την σταθερά της ανταλλαγής. Τα ανθρώπινα όντα θα συνεργάζονται για να εκτελέσουν μια οποιαδήποτε πράξη, θα μοιράζονται την τάδε χαρά ή το τάδε συναίσθημα ή θα ανταποκρίνονται σε μια επιδίωξη της κοινότητας δίχως να υπάρχει μια ιεραρχική δομή που να διέπει. Με την κατάργηση του χρήματος και των εμπορευμάτων, θα υπάρξει ένας συνειδητός έλεγχος των ανθρώπων πάνω στην δραστηριότητά τους μέσα από σχέσεις και αλληλεπιδράσεις μεταξύ αυτών και της υπόλοιπης φύσης.
Η ανθρώπινη κοινωνία θα είναι μια κοινωνία όπου ο πρωταρχικός πλούτος θα βρίσκεται στις ανθρώπινες σχέσεις που θα βασίζονται στην φιλικότητα και την αμοιβαία στήριξη.
Ιούνης 2015
 Bruno Signorelli

Μερικές παρατηρήσεις σχετικά με το σχέδιο συζήτησης γύρω από το ζήτημα ενός κόσμου χωρίς χρήματα

Αυτό το θέμα έχει ήδη αποτελέσει αντικείμενο πολλών κειμένων και συζητήσεων στις αρχές της δεκαετίας του 1970 με επικεφαλείς ομάδες-περιοδικά όπως τα (Quatre millions de jeunes travailleurs) Τέσσερα εκατομμύρια νέοι εργαζόμενοι και το Κοινωνικός πόλεμος για να αναφέρουμε μερικά. Χωρίς να σχολιάσω άμεσα τις ιδέες που εκφράστηκαν εκείνη την εποχή μπορούμε ωστόσο να σημειώσουμε ότι το πλαίσιο μιας προχωρημένης εξέγερσης ενάντια στην γενική τάξη των πραγμάτων, πολύ περισσότερο στο διεθνές επίπεδο στο οποίο βρίσκεται πλέον, επιτρέπουν τουλάχιστον να μην θέσω μια αφαίρεση καθώς θα μπορούσε να εμφανιστεί όπως εκείνης της εποχής με την ιδεολογική κριτική της «καταναλωτικής κοινωνίας» που συνάντησε μια ορισμένη ανταπόκριση σε ευρεία στρώματα του πληθυσμού και ιδιαίτερα μεταξύ των νέων.
Πρέπει να αναγνωριστεί ότι η κριτική αυτή ήταν συχνά περιορισμένη από τον ταξικό θεωρητικό της ορίζοντα, που οδήγησε στη σύλληψη του ζητήματος εντός του επαναστατικού «προλεταριακού προγράμματος», για παράδειγμα, με την εκταφή παλιών συμβουλιακών κειμένων σχετικά με τις εντολές εργασίας ή την κριτική του προγράμματος Γκότα του Μαρξ ή με την προσπάθεια να σωθεί η αξία χρήσης εις βάρος της ανταλλακτικής αξίας, αιτίας όλων των κακών, μια προοπτική που εξακολουθεί να βρίσκεται σε ελευθεριακά κείμενα ενάντια στο χρήμα όπου ο όρος χρησιμότητα φαίνεται να εξυπηρετεί ως μαγική συνταγή για την παραγωγή και τη διανομή του πλούτου ( «τα πάντα είναι δικά μας, τίποτα δεν είναι δικό τους» ) ως μαγική φόρμουλα για την ανταλλαγή. Εκτός αυτού, οι πιο ακραίοι σε ό, τι έχει απομείνει από την Κομμουνιστική Αριστερά συχνά εμμένουν στην ιδέα ενός κομμουνισμού που πραγματοποιεί την κατάργηση του εμπορίου και των ανταλλαγών υπονοώντας περισσότερο ή λιγότερο ότι κάθε ανταλλαγή είναι εμπορευματική, γεγονός που είναι ένα  φιλελεύθερο πιστεύω  και αυτή τη φορά δείχνει την απόλυτη άγνοια των πρώτων μορφών ανταλλαγών.
Εν συντομία ο προβληματισμός εξακολουθεί να επικεντρώνεται στο τι θα μπορούσε να συμβεί σε μια περίοδο μετάβασης στον κομμουνισμό, στον «κατώτερο σοσιαλισμό», όπως τον λένε οι ορθόδοξοι μαρξιστές. Κάποιοι λιγότερο ορθόδοξοι ή λιγότερο εργατιστές σε κάθε περίπτωση, το συνδυάζουν με μια αναφορά που επισημαίνει τον «πρωτόγονο κομμουνισμό» που ασκείται στις πρώτες μορφές κοινωνίας ( «πρωτόγονες κοινωνίες»). Είναι σε κάποιο βαθμό η εσχατολογία που τους αξίζει, λόγω της αγάπης που αισθάνονται οι εθνολόγοι και οι ανθρωπολόγοι μας για το αντικείμενο των σπουδών τους (δείτε les gentils Arapesh της Margaret Mead), Οι αναφορές αυτές ήταν σε κάθε περίπτωση πιο ευχάριστες από εκείνες που υπερασπίστηκαν διάφορες κατηγορίες σταλινικών για την σοσιαλιστική πατρίδα ή την κόκκινη ανατολή και επέτρεψαν να διατηρηθεί μια ουτοπική προοπτική για την οποία ο πραγματικός σοσιαλισμός ήταν μια θολή φιγούρα στο φόντο. Αλλά αυτή η αναφορά στον «πρωτόγονο κομμουνισμό» ήταν ένα αισιόδοξο πολιτικό ξόρκι σε ένα πλαίσιο όπου όλα φαίνονταν να μπορούν να αλλάξουν χωρίς να μπορεί ή να πρέπει να απαλλαγούμε από «το πρόγραμμα», και επέτρεψε επίσης να δωθεί μια μικρή ηδονιστική νότα στο ζήτημα η οποία ήταν σε αντίθεση με τα μαοϊκά τετριμμένα συνθήματα όπως «η επανάσταση δεν γίνεται με εορταστικό φόρεμα» ή άλλες μεταφορές του ίδιου τόνου. Αλλά σύντομα ακτιβιστές ερευνητές όπως ο Clastres έδειξαν ότι ακόμη και «κοινωνίες ενάντια στο κράτος» μπορούσαν να είναι άγριες και να μην έχουν τίποτα εξισωτικό ή κομμουνιστικό, ενώ άλλοι (Mauss) κατήγγειλαν το μύθο του αντιπραγματισμού που κατασκευάστηκε από τους οικονομολόγους και σχετικοποιεί τις πρακτικές του δώρου μετατρέποντάς τες σε αντι-καπιταλιστική ιδεολογία πριν επινοηθεί ο όρος.
Η σημερινή επιστροφή αυτού του παλιού αντίφωνου σχετικά με τις πρωτόγονες κοινωνίες είναι επίσης αξιοσημείωτη και τίθεται εντός της ίδιας απουσίας αναφορών οι οποίες να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν την τρέχουσα πορεία των πραγμάτων, η οποία υπάρχει πάνω από σαράντα χρόνια. Όμως σ’ ένα άλλο πλαίσιο, που είναι αυτό της ήττας μας και μιας μεγάλης απαισιοδοξίας σε σχέση με τις δυνατότητές μας να δράσουμε στην τρέχουσα πορεία. Το ενδιαφέρον για τις πρωτόγονες κοινωνίες λειτουργεί τότε στην ριζοσπαστική Αριστερά και μεταξύ των ελευθεριακών ως ένα παρελθόν-μέλλον χωρίς παρόν. Εν τω μεταξύ, το να τίθεται σήμερα, το ζήτημα της δυνατότητας ενός κόσμου χωρίς χρήματα μου φαίνεται ταυτόχρονα παρωχημένο και ένας εντελώς αφηρημένος τρόπος για την αντιμετώπιση των ζητημάτων της αξίας, της τιμής, του δωρεάν ... και του ζητήματος του νομίσματος το οποίο πρέπει κατά την άποψή μου, να διακριθεί από εκείνο των χρημάτων σε θεωρητικό επίπεδο, αλλά μια διάκριση που δεν μπορεί να φωτιστεί και στη συνέχεια να τεθεί σε εφαρμογή παρά μόνο ως μέρος μιας τεράστιας νομισματικής κρίσης (όχι χρηματιστικής), από την οποία είμαστε ακόμη μακριά καθώς η θέση του δολαρίου είναι ισχυρή σε βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Εν τω μεταξύ, αυτή σκιάζεται από το γεγονός ότι το νόμισμα δεν εμφανίζεται πλέον άμεσα σε χρηματική μορφή, αλλά κυρίως ως μέσο κοινωνικής επικοινωνίας (το νόμισμα είναι μια γλώσσα λέει ο Aglietta). Μια κυκλοφορία πληροφοριών που υποτίθεται ότι εξασφαλίζουν την μετάβαση από το παρόν στο μέλλον.
Αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα είναι συμπτωματικό αυτής της νομισματικής σταθεροποίησης, όταν τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα αν και αντιστάθηκαν πολύ στο σχέδιο της νέας ελληνικής κυβέρνησης, απέτρεψαν την κατάρρευση ενός κοινού διεθνούς νομίσματος, ενώ η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα θα έκανε την δραχμή να χάσει γρήγορα κάθε αξία, γεγονός που θα έθετε το πρόβλημα μιας Ελλάδας, χωρίς χρήματα, αλλά απομονωμένης και χωρίς κομμουνιστική προοπτική (η σύγχρονη Ελλάδα δεν είναι η Καταλονία ή η Ανδαλουσία του χθες, δεν είναι πλέον "ο κόσμος"). Το αποτέλεσμα δεν είναι το ίδιο. Στην πρώτη περίπτωση, η οποία συνέβη προς το παρόν, η διατήρηση του ευρώ και, επομένως, του νομίσματος-χρήματος οδήγησε σε απότομη αύξηση των τιμών, αλλά όχι στην αποβολή της εκτός παιχνιδιού. Στη δεύτερη περίπτωση, η οποία δεν είναι αδιανόητη μελλοντικά, η κατάρρευση της χρηματικής αξίας του νομίσματος αναγκαστικά θα οδηγήσει στην αμφισβήτησή του, μερική ή ολοκληρωτική.
Είναι a contrario αυτή η απουσία παράγοντα σταθεροποίησης που επέτρεψε την ανάπτυξη στην Αργεντινή στις αρχές της δεκαετίας του 1980, των «κλαμπ αντιπραγματισμού». Τα "Monnaies fondantes  (υποτιμούμενα νομίσματα)" και τα τοπικά νομίσματα είναι της ίδιας τάξης. Είναι της τάξης της άμεσης αναπαραγωγής των κοινωνικών παραδοσιακών εμπορευματικών σχέσεων που δεν αναπαράγονται πλέον για οποιοδήποτε συγκεκριμένο λόγο. Έτσι, η ανάπτυξη των ΤΜΑ (τοπικών μέσων ανταλλαγής) δείχνει ότι η παγκόσμια διαδικασία αξιοποίησης τείνει όλο και περισσότερο να κάνει δευτερεύουσας σημασίας τη διαδικασία της ζωντανής εργασίας (αποουσιαστικοποίηση του εργατικού δυναμικού), η υλοποίησή της σε νομισματική μορφή δεν διαποτίζει πλέον επαρκώς την κοινωνική σχέση στο σύνολό της. Η αφερέγγυα ζήτηση (μια εικονική κατηγορία της πολιτικής οικονομίας στην οποία η πίστωση και η καταναλωτική κοινωνία έχουν δώσει υπόσταση) εφευρίσκει νέες διαμεσολαβήσεις και εργαλεία ανταλλαγής.
Σε γενικές γραμμές, με την «επανάσταση του κεφαλαίου» έχουμε πράγματι ένα είδος υλοποίησης του «κατώτερου σοσιαλισμού», όχι με την κατάργηση των χρημάτων για να επιτευχθεί το «Από τον καθένα σύμφωνα με τις ικανότητές του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του », αλλά με την γενίκευσή του και τον ευτελισμό του σε μορφές όλο και πιο αφηρημένες: αποϋλοποίηση των χρημάτων που ανοίγει το δρόμο για τη μαζική κατανάλωση και η μαζική συγκάλυψη της αξίας της τιμής, πίστωση σε όλη την ζωή (και όχι «πίστωση έως το θάνατο"!), η οποία επιτρέπει να αναπαραχθεί το σύνολο, ολοκληρωμένο κοινωνικό εισόδημα, όπως υποδηλώνει το όνομά του, κ.λπ.
Είμαστε μακριά από το φετιχισμό του χρήματος, όταν εμφανίζεται η κατανάλωση σαν καλάθι διαθέσιμων προϊόντων που ρέουν σχεδόν αυτόματα, αν και άνισα, αλλά σε μια ελάχιστη βάση διαρκώς υψηλότερη. Τελικά, θα μπορούσε κανείς να πει ότι ο φετιχισμός δεν επανεμφανίζεται παρά στην έλλειψη εκείνων που ωθούνται στο περιθώριο από τον οδοστρωτήρα της οικονομικής αναδιάρθρωσης, την κρίση της εργασίας, τις νέες κοινωνικές καταστάσεις που δημιουργήθηκαν από τη διάλυση του μοντέλου της οικογένειας και νέα μέτρα παρέμβασης του κράτους που αντικαθιστούν την ασφάλεια με την βοήθεια.
J.Wajnsztejn


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου