Τετάρτη 23 Ιουλίου 2014

Η ΑΞΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

 Ιούλιος του 2014 , Jacques Wajnsztejn

Γιατί ξεκιναμε από τον Μαρξ ακομα και σήμερα;

1Επειδή έχει μια συνολική αντίληψη του κεφαλαίου, ως αύξηση της αξίας. Το κεφάλαιο μπορεί ως εκ τούτου να λάβει διάφορες μορφές, οι οποίες είναι όλες φορείς της αξίας, χωρίς να μπορεί καμία να αγνοηθεί.  Εξαιτίας αυτής της ευρείας οπτικής του, ο Μαρξ, μπορεί και ενσωματώνει μερικές φορές στοιχεία που δεν είναι στο επίκεντρο της προσέγγισής του, που παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό «κλασική», παρά την επιθυμία του για μια κριτική της πολιτικής οικονομίας. Έτσι, λόγω του ότι προβλέπει την πολλαπλότητα των μορφών, ενσωματώνει στον συλλογισμό του την έννοια της νομισματικής αξίας και λέει ακόμη ότι «η ανταλλακτική αξία και το νομισματικό σύστημα, είναι στην πραγματικότητα η βάση της ισότητας και της ελευθερίας 1», παρόλο που η κύρια θέση του είναι να σχεδιάσει το γενικό ισοδύναμο ως το προϊόν της αλλοτρίωσης των κοινωνικών σχέσεων των ανθρώπων. Αυτός είναι ο λόγος που η ιδέα της νομισματικής αξίας θα είναι απούσα από τα σχήματα αναπαραγωγής του, τα οποία βασίζονται στους όρους του Ρικάρντο, δηλαδή, στην ενσωματωμένη εργασία.
2Αυτό είναι που επέτρεψε σε γενιές μαρξιστών την ανάδυση της αξίας μέσα στην παραγωγική διαδικασία και επειδή αναγνώρισαν ότι η αξία δεν υφίσταται παρά μόνο όταν επικυρωθεί κοινωνικά στην κυκλοφορία και την κατανάλωση οδηγήθηκαν να αναγνωρίσουν ότι στην παραγωγή η αξία είναι ακόμη μη-αξία και η εργασία δεν είναι η πηγή της 2 . Ωστόσο, η πιθανότητα αυτή είχε προβλεφθεί από τον Μαρξ 3 , διότι πώς μπορούμε να πιστέψουμε ότι τα προϊόντα που δεν έχουν πωληθεί έχουν αξία ενώ για να υπάρξει αξία πρέπει να υπάρχει μια εκτίμηση και ότι για να προκύψει αυτή η εκτίμηση θα πρέπει να υπάρχει ελπίδα για μια δυνατότητα ανταλλαγής και επομένως τα αγαθά ή οι υπηρεσίες να έχουν σχεδιαστεί από την αρχή με σκοπό την κινητικότητά τους; Τελικά οι νεοκλασικοί ήταν πιο συνεπείς από τους μαρξιστές σε αυτό το σημείο καθώς συνδέουν την αξία και τη χρησιμότητα και στο ότι δεν υπάρχει παραγωγή άχρηστων πραγμάτων, γεγονός που επιτρέπει να γίνει η σύνδεση μεταξύ προσφοράς και ζήτησης, μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης 4 . Οι αρχές του Τογιοταϊσμού, οι οποίες αντικατέστησαν εν μέρει αυτές του φορντισμού όπως και η  οικονομία των ροών, η οποία τώρα φαίνεται να κυριαρχεί, δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να επιβεβαιώνουν την σημασία της έννοιας της νομισματικής αξίας.

3Ομοίως, ο Μαρξ δεν περιλαμβάνει τις τραπεζικές πιστώσεις στα σχήματα αναπαραγωγής του, ενώ αναγνωρίζει μερικές φορές την ύπαρξη του πλασματικού κεφαλαίου και του ρόλου του στη δυναμική του κεφαλαίου, γιατί όπως έχουμε πει, το κεφάλαιο, στην πολλαπλότητα των μορφών του μπορεί να απεμπλακεί από τη φυσική του βάση και προτιμά προσωρινά την κεφαλαιοποίηση και την εικονικοποίηση από την παραγωγή προς αναζήτηση του πλεονάσματος και της συσσώρευσης. Ο Μαρξ δεν βλέπει τα χρήματα παρά μόνο στην λειτουργία τους ως ισοδύναμο ενώ δημιουργούνται επίσης εκ του μηδενός ως μέσο πληρωμής γεγονός που βοηθά να εξηγηθεί η δυναμική του κεφαλαίου (διαδικασία πλασματικοποίησης). Στην πραγματικότητα, η λειτουργία του ισοδυνάμου δεν επανεμφανίζεται παρά μόνο σε κρίσεις και επιπλέον, όχι στις ίδιες αναλογίες για όλο τον κόσμο. Αυτό είναι που ζητείται σήμερα σε χώρες όπως η Ελλάδα. Της ζητούν να «δείξει το ισοδύναμό της» σαν να ήμασταν ακόμα στην εποχή του κανόνα του χρυσού. Αλλά κανείς δεν ζητά να κάνουν το ίδιο οι Ηνωμένες Πολιτείες!
4Για να συνοψίσουμε: σε περιόδους υψηλής και σταθερής ανάπτυξης, όπως κατά τη διάρκεια των τριάντα ένδοξων χρόνων (σ.μ. της μεταπολεμικής οικονομικής άνθησης), το κεφάλαιο τείνει να διαχωρίζεται από τη μορφή χρήμα. Θα μπορούσαμε να πούμε επομένως ότι το κεφάλαιο κυριαρχεί την αξία με τον έλεγχο της ζήτησης, είτε πρόκειται γι’ αυτή των επιχειρήσεων είτε των νοικοκυριών. Αυτή είναι η περίοδος διόγκωσης του πλασματικού κεφαλαίου. Αλλά η λεγόμενη "κρίση" από τα μέσα της δεκαετίας του 1970, έχει γίνει ένας νέος τρόπος για τη διαχείριση της αβεβαιότητας. Πράγματι, η δυναμική του κεφαλαίου που διέπει την «επανάστασή» του είναι μακριά από το να κυριαρχήσει πλήρως. Αναδιαρθρώσεις και συγχωνεύσεις σε ιδιαίτερα ανταγωνιστικές αγορές και σε ένα βαθμό κορεσμένες υπονομεύουν κατεστημένα συμφέροντα και είναι η βραχυπρόθεσμη ή μεσοπρόθεσμη κερδοφορία που γίνεται η ουσία του (οικονομικού) πολέμου. Ως εκ τούτου, το κεφάλαιο είναι απρόθυμο να διαχωριστεί από τη μορφή χρήμα και αυτός είναι ο λόγος που ευνοεί μια μειούμενη αναπαραγωγή και μια διαφορική κεφαλαιοποίηση. Το κεφάλαιο δεν χρειάζεται πλέον να κυριαρχήσει την αξία, δεδομένου ότι αυτή εξαφανίστηκε. Αυτό είναι που δεν αντιλαμβάνονται όλοι εκείνοι που βλέπουν στην χρηματιστικοποίηση μια αυτονόμηση σε σχέση με την «πραγματική» οικονομία. Η κυριαρχία ασκείται σήμερα σε ορισμένα τμήματα του κεφαλαίου που κατέχουν μια κυριαρχούμενη θέση στην ιεραρχία των τριών επιπέδων που αναπτύξαμε αλλού και φυσικά, στον πόλο εργασία, δηλαδή, στους εργαζόμενους.

 Αξια χρησησ (αχ) και ανταλλακτικη αξία (αα)

5Αυτή η διάκριση μεταξύ των δύο μορφών της αξίας δεν ισχύει  παρά μόνο στην τυπική κυριαρχία του κεφαλαίου και επιπλέον, επειδή η ύπαρξη μιας αξίας χρήσης απαιτεί την ύπαρξη μιας συγκεκριμένης αξίας, μιας χρησιμότητας των εμπορευμάτων σαν να μπορούσε να υπάρξει έξω από την αξία της ανταλλαγής, δηλαδή ένα «σύστημα αξιών». Αλλά στο αρχικό πλαίσιο του Μαρξ, η αξία χρήσης φαίνεται να ξεφεύγει από την αφαίρεση της αξίας ως εάν δεν συμμετέχει ήδη σε μια μεταμόρφωση και μια κυριαρχία πάνω στην εξωτερική φύση 5 . Έτσι, διαφεύγει από την καπιταλιστική κοινωνική σχέση, διότι αν επιμείνουμε σε αυτή και μόνο την αξία χρήσης, τότε υπάρχει βέβαια πραγματική εργασία, αλλά όχι αφηρημένη εργασία, υπάρχει βέβαια ήδη εμπόρευμα αλλά όχι ακόμα φετιχισμός του εμπορεύματος. Έτσι αξία χρήσης διαφεύγει από τον ιστορικό προσδιορισμό γινόμενη κατά κάποιο τρόπο η αλήθεια του αντικειμένου, η ουσία του, που καλύπτεται από την εμφάνιση στην ανταλλακτική της αξία 6 . Με τον ίδιο τρόπο όπως κάτω από την μισθωτή εργασία κρύβεται η ελεύθερη δραστηριότητα, κάτω από την ανταλλακτική αξία κρύβεται η χρησιμότητά της. Αλλά αυτό καταλήγει σε μια τεράστια απορία: ακόμη και αν επιμείνουμε στη μαρξιστική θεωρία, πώς οι αξίες χρήσης είναι συγκρίσιμες, χωρίς την ανταλλακτική αξία τους; Για να προσπαθήσει να σώσει την σύνθεση, ο Μαρξ είναι υποχρεωμένος να προσφύγει στη βοήθεια μιας θεωρίας των αναγκών που θα του παρέχει το υπόστρωμα για την χρησιμότητα. «Στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του», είπε ο Μαρξ. Αυτή η ανάγκη είναι χτισμένη στο πλαίσιο μιας σχέσης επικράτησης της υλικής παραγωγής που περιλαμβάνει την κυριαρχία στην εξωτερική φύση7 . Αλλά, στην τυπική κυριαρχία του κεφαλαίου, η αξία χρήσης βασίζεται ήδη σε μια λειτουργικότητα και ένα ορθολογισμό, σε σχέση με κάτι πέρα από τη χρησιμότητα ή μάλλον κάτι που την ξεπερνά, δηλαδή τις κοινωνικές σχέσεις που δημιούργησαν μια «οικονομία».

6Με την πρώτη ματιά, μπορεί να πει κανείς ότι η λειτουργία της χρησιμότητας που περιγράφεται από τους νεοκλασικούς είναι πιο συνεπής όταν λέει ότι αυτό που καταναλώνεται δεν είναι το ίδιο το προϊόν, αλλά η χρησιμότητά του, κάνοντας υποκειμενική κάθε εκτίμηση των αναγκών. Αλλά με μια πιο προσεκτική ματιά, χάνει τον λόγο ύπαρξής της με την πραγματική κυριαρχία, όταν αρχίζει η διαδικασία ενοποίησης του κεφαλαίου και όταν ο χαρακτήρας της αναπαράστασης της αξίας επιβεβαιώνεται.  Αυτό επισημαίνεται τόσο σε θεωρητικό επίπεδο με τη δήλωση του Keynes για τον μεταφυσικό χαρακτήρα των θεωριών της αξίας (είναι σαν να μιλάμε για το φύλο των αγγέλων, λέει επί λέξη) όσο και με την ανάπτυξη της παραγωγής νέων «αναγκών » και την εφαρμογή μιας διαδικασίας μετασχηματισμού επιθυμιών-αναγκών-αντικειμένων-εμπορευμάτων που κατέστησε άνευ αντικειμένου την διάκριση ΑΧ / ΑΑ καθώς η πρώτη, δεδομένου ότι είναι πρωτίστως αξία χρήσης για το κεφάλαιο, ενσωματώθηκε στην δεύτερη. Τώρα τα πάντα πουλιούνται και τα πάντα αγοράζονται. Αλλά αυτή η έμφαση στην ΑΑ, στην πραγματικότητα στην έννοια του εμπορεύματος, έχει γίνει βασική κοινοτοπία της αντικαπιταλιστικής κριτικής («ο κόσμος δεν είναι εμπόρευμα»).  Συνοδεύεται συχνά από μια αποκατάσταση των αναγκών στο όνομα της αξίας χρήσης "για τη ζωή" που θα προσφέρει μια εναλλακτική λύση 8 .  Ωστόσο, δυνητικά, δεν υπάρχει πλέον «χρησιμότητα», παρά στο πλαίσιο της χρήσης που γίνεται από την κεφαλαιοποιημένη κοινωνία. Αυτό είναι το νόημα της επίθεσης κατά των δημόσιων υπηρεσιών στις χώρες όπου είναι παραδοσιακά ισχυρές, όπως στη Γαλλία. Πρέπει να μεταμορφωθούν οι πάντες (μαθητές, ασθενείς, κ.λπ.) σε χρήστες της κεφαλαιοποιημένης κοινωνίας. Προτιμώ να χρησιμοποιώ αυτό τον όρο από τον "χρήστης του κεφαλαίου" που χρησιμοποιείται συχνά ως αποτέλεσμα του περιοδικού Invariance  επειδή φαίνεται να αντανακλά καλύτερα διαφορετικές καταστάσεις και συμπεριφορές, της εν δράσει συμβίωσης κράτους / κεφαλαίου. Πράγματι, μετατρέπει τα άτομα σε χρήστες δεν απαιτεί κατ ' ανάγκην να τα μετατρέψει σε πελάτες, διότι το ζήτημα της ατομικής ιδιοκτησίας δεν είναι πλέον θεμελιώδες στην πραγματική κυριαρχία του κεφαλαίου. Βέβαια, δεν υπάρχει παρά το αγγλοσαξονικό μοντέλο αγοράς που μπορεί να ηγηθεί στον εν εξελίξει μετασχηματισμό και οι αντιστάσεις στο γεγονός ότι μπορεί να πάρει μια μορφή αποκλειστικά εμπορική είναι πολλές από το 1980, ιδίως στην Γαλλία, είναι αλήθεια.
7Αυτό είναι επίσης το νόημα, σε μια άλλη περιοχή, της κατασκευής αντικειμένων με βάση την «προγραμματισμένη αχρήστευσή τους». Και τέλος, είναι το νόημα ενός αγώνα δρόμου για την καινοτομία στις νέες τεχνολογίες διασύνδεσης που κάνει περιττά πολλά νέα παραγόμενα αντικείμενα (βλ. την ανάπτυξη σε αρχικό ακόμα στάδιο των πολυλειτουργικών αντικειμένων).
8Εάν υπάρχουν μερικές φορές μεταστροφές του τεχνικού αντικειμένου έξω από την αρχική του λειτουργία, όπως για παράδειγμα οι δράσεις των χάκερ στον τομέα των ΤΠΕ, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι αυτές παραμένουν ακόμα χειρονομίες μειοψηφικές και για να ακριβολογούμε ακτιβίστικες, ενώ για την μεγάλη μάζα, δεν υπάρχει κριτική απόσταση απέναντι στη χρήση αυτών των νέων αντικειμένων που προσομοιώνουν τις ανταλλαγές και την επικοινωνία, ενώ παρουσιάζεται ως ερεθίσματα .

Η τιμή κυριαρχεί τις αξιεσ

9 Η μετάβαση στην κεφαλαιοποιημένη κοινωνία συνεχίζει και ολοκληρώνει αυτή τη διαδικασία της απαξίωσης της χρήσης κάνοντας όλο και περισσότερο τεχνητή ή / και αυθαίρετη την έννοια της ανταλλακτικής αξίας μέσω των πολιτικά καθοριζόμενων τιμών, των τιμών των μονοπωλίων ή ολιγοπωλίων, των τιμών ενδοεταιρικών μεταφορών, ακόμη και των τιμών της εργασίας (κατώτατος μισθός, υπερβολικές μισθολογικές αυξήσεις σε ορισμένους 9 άσχετες προς οποιαδήποτε ικανότητα ή  παραγωγικότητα του εργατικού δυναμικού, κοινωνικά εισοδήματα που λαμβάνουν μια θέση όλο και υψηλότερη στα εισοδήματα: ασφάλιστρα και μπόνους, δικαιώματα προαίρεσης αγοράς μετοχών, κλπ.) .. Το κεφάλαιο κυριαρχεί πρακτικά την αξία μέσω των τιμών. Αυτό καθιστά άλλωστε άνευ αντικειμένου το άλυτο πρόβλημα του μαρξισμού που ήταν να προσπαθήσει να εξηγήσει τη μετατροπή των αξιών σε τιμές. Ο Χίλφερντιγκ στο έργο του  Finanzkapital ήταν ο πρώτος που επιχείρησε να επιλύσει το ζήτημα του μετασχηματισμού των αξιών σε τιμές παραγωγής ... όχι όπως η Ρόζα Λούξεμπουργκ, σύγχρονή του, αναμορφώνοντας τα σχέδια του Μαρξ, αλλά εμπειρικά περιγράφοντας τη διαδικασία συγκέντρωσης του κεφαλαίου. Ωστόσο, αυτή η θεωρητική δικαιολόγηση δεν θα είναι επιτυχής σε πολιτικό επίπεδο με την ρεφορμιστική μετατόπιση των αντι-μονοπωλιακών πολιτικών των σοσιαλδημοκρατών και στην συνέχεια των ορθοδόξων κομμουνιστικών κομμάτων.
10 Ήταν οι αγώνες του μαζικού-εργάτη στην Ιταλία, που θα ξαναφέρουν στην επιφάνεια αυτό το ζήτημα της σχέσης μεταξύ αξίας και τιμής μέσω της έννοιας των εργατιστών του «πολιτικού μισθού». Στην τελευταία περίοδο του φορντισμού, αυτή του τέλους των τριάντα ένδοξων χρόνων, οι τιμές παραγωγής εξαρτώνται άμεσα από την τιμή της εργατικής δύναμης μέσα από τους αγώνες για τους μισθούς, χρηματική έκφραση της αξίας της χειρωνακτικής εργασίας. Εάν την εποχή του Hilferding οι μονοπωλιακές εταιρείες αποκλίνουν τις τιμές σε σχέση με τις αξίες λόγω της υψηλότερης οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου τους, σήμερα είναι η κινητικότητα των κεφαλαίων σε τομείς μικρότερης εντάσεως κεφαλαίου, αλλά υψηλής παραγωγικότητας η οποία επιτρέπει την μείωση του αριθμού των εργαζομένων και την αύξηση του ποσοστού κέρδους και επομένως την απόδοση των εισηγμένων εταιρειών 10 . Αυτές μπορούν στη συνέχεια να απολύουν, αλλά για τους αντίθετους λόγους από ό, τι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Οι πρώτες απολύουν επειδή αποκομίζουν κέρδη, οι δεύτερες απολύουν ή δημιουργούν επισφαλείς επειδή δεν έχουν κέρδη ή έχουν ελάχιστα. Δεν μπορούμε να περιγράψουμε καλύτερα αυτό που οι Nitzan και Bichler αποκάλεσαν διαφορική κεφαλαιοποίηση 11 .
11Η απαραίτητη εργασία δεν είναι πλέον αυτή της παραγωγής αξιών χρήσης, αλλά μόνο της αξιοποίησης του κεφαλαίου, της κεφαλαιοποίησης θα λέγαμε ακόμη και αν αυτό στην πραγματικότητα συνεχίζει να περνά από την παραγωγή εμπορευμάτων-αντικειμένων.
12Το κεφάλαιο κυριαρχεί την αξία υποστηρίζοντας τις δικές του κατηγορίες. Το κόστος της παραγωγής και η τιμή 12  αντικαθιστούν την αξία 13 . Το κέρδος αντικαθιστά την υπεραξία, η ανάπτυξη των μορφών της  Γενικής διάνοιας (αυτό που κάποιοι σήμερα ονομάζουν «κεφάλαιο γνώσης») αντισταθμίζει την αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου, η δημιουργία χρήματος εκ του μηδενός (πλασματικό κεφάλαιο ) λύνει το ζήτημα της τυχαίας διαθεσιμότητας των αποταμιεύσεων, το κράτος-δίκτυο θα αντικαταστήσει το έθνος-κράτος με το να είναι ένας αγωγός μεταξύ του παγκόσμιου, του εθνικού και του τοπικού. Είναι η συνολική κυκλοφορία των κεφαλαίων (από πάνω προς τα κάτω σε μια αλυσίδα, όπου η φάση της παραγωγής δεν είναι πλέον παρά μια φάση μεταξύ άλλων, και ακόμη λιγότερο σημαντική από τις άλλες όπως βλέπουμε για παράδειγμα στην «κρίση» της αυτοκινητοβιομηχανίας 14 ), που εξακολουθεί να δημιουργεί προστιθέμενη-αξία 15 .
13Επομένως, δεν υπάρχει αυτονόμηση της αξίας. Η υποστήριξη αυτής της θέσης οδηγεί άλλωστε, αργά ή γρήγορα, στο να γίνει διάκριση μεταξύ πραγματικής και χρηματιστικής οικονομίας και στην επιστροφή στην αντιπαράθεση ΑΧ/ΑΑ με την κυριαρχία της ΑΑ πάνω στην ΑΧ. Ξαναπέφτουμε επομένως στον ισχυρισμό της χρησιμότητας όπως κάνουν εν γένει οι ηθικολόγοι και οι αναρχικοί. Υπάρχει εξαφάνιση και αποουσιοποίηση της αξίας. Είναι ο θρίαμβος της αξίας ως καθαρή αναπαράσταση.
14Η αξία δεν είναι μια "ολότητα", μια πραγματικότητα που περικλείει τα πάντα από την οποία θα πρέπει να απαλλαγούμε, είναι «ολοκληρωτική», υπό την έννοια ότι τείνει να μειώσει τα πάντα στον εαυτό της. Υπάρχει καλύτερος τρόπος για να πω ότι είναι μια αναπαράσταση; Και τότε πώς μπορούμε να πιστεύουμε ότι μπορεί να δημιουργήσει οτιδήποτε άλλο εκτός από τις ίδιες της τις αντιφάσεις (με την ετυμολογική έννοια) μέσα στο λόγο; Χρειάζεται μια καλή δόση Εγελιανισμού γι αυτό και η πεποίθηση ότι το κεφάλαιο υλοποιεί την φιλοσοφία του Χέγκελ.
15Όλη η ανάπτυξη του Anselm Jappe για την «σκοτεινή πλευρά της αξίας» 16  απλώς επεκτείνει αυτή την ολοκληρωτική πτυχή μιας αναπαράστασης, στις κοινωνικές σχέσεις οι οποίες ακριβώς αντιστέκονται στον ντετερμινισμό της εμπορευματοποίησης. Για παράδειγμα, η ανάλυση για την οικιακή εργασία είναι θύμα αυτής της ολοκληρωτικής αναπαράστασης και οδηγεί στο να κάνουμε την πρόσβαση στην μισθωτή εργασία, μια φεμινιστική αξίωση 17 . Όπως είπε ο Baudrillard στο Le miroir de la pro­duc­tion 18, θα πρέπει να σπάσει το ξόρκι της αξίας που ο Μαρξ παρουσιάζει ως ένα μυστήριο αφού σκοντάφτει στο γεγονός ότι η αξία χρήσης είναι ήδη ο κόσμος της αξίας ενώ την βλέπει σχεδόν ως φυσική έκφραση της ανταλλαγής σε ένα δεδομένο τρόπο παραγωγής που βασίζεται σε αυτή την περίπτωση στην εργασία ως ζωτική δραστηριότητα και παρόλα αυτά διαχωρισμένη. Ο Μαρξ παραμένει στο μοντέλο του Ροβινσώνα Κρούσο που, αποκομμένος από τον έξω κόσμο και τις κοινωνικές σχέσεις, θα ανακτήσει μια φυσικότητα των σχέσεων που θα του επιτρέψουν την επίτευξη του «Στον καθένα ανάλογα με την εργασία του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του19  . "
16Για τον Μαρξ, η αξία είναι η μορφή της αφηρημένης εργασίας και η τελευταία είναι η ουσία. Ωστόσο, η αξία δεν προέκυψε ούτε από την νεοκλασική χρησιμότητα ούτε από την εργασία των ορθόδοξων μαρξιστών, επειδή η αξία δεν είναι μια εγγενής ιδιότητα των εμπορευμάτων. Αυτό εμφανίζεται ξεκάθαρα σε ότι αφορά τις κινητές αξίες. Η αϋλότητα τους εμποδίζει ήδη οποιαδήποτε αναφορά σε οποιαδήποτε άμεση αξία χρήσης και σε οποιαδήποτε άλλη αξία εκτός από την στιγμιαία τους αξία. Κάποιοι μπορεί να υποστηρίξουν μια στρέβλωση μεταξύ αυτής της αξίας (της λεγόμενης «πραγματικής» ή λογικής στην χρηματιστική γλώσσα) και της τιμής της που διογκώνεται από την κερδοσκοπία, αυτή η «πραγματική» αξία παραμένει εξίσου εικονική όσο και η «ψεύτικη» αξία, που αντιπροσωπεύει η διαπραγμάτευσή της στο χρηματιστήριο. Αυτή η αποουσιοποίηση της αξίας χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι η κερδοσκοπία επί των αξιών δεν είναι η κερδοσκοπία πάνω σε μια δεδομένη αξία, αλλά πάνω στις διαφορές της αξία κατά την διάρκεια του χρόνου. Δεν χρειάζεται η κατοχή, η συσσώρευση, αλλά η σύλληψη. Εδώ και πάλι έχουμε δίκιο στην περιγραφή της διαδικασίας της κεφαλαιοποίησης και σ’ ένα πνεύμα του καπιταλισμού επικεντρωμένο στο παιχνίδι 20 της εξουσίας με στόχο την ισχύ, μέσα σ’ ένα πλαίσιο «μειούμενης αναπαραγωγής».
17Είναι απαραίτητο να ξεκινήσουμε από τις σύγχρονες μορφές αμοιβής (χρήματα + επιδόματα) και όχι από τις κατηγορίες (αξίες).
18Η αξία είναι αναπαράσταση της κοινωνικής εργασίας (παρελθούσας και τρέχουσας) και όχι μια εγγενής ιδιότητα του προϊόντος και η κατεξοχήν μορφή έκφρασής της είναι τα χρήματα γεγονός που περικλείει όχι μόνο ένα δικαίωμα αγοράς πάνω στα αγαθά και τις υπηρεσίες, αλλά και μια δύναμη κυριαρχίας πάνω στους ανθρώπους. Μπορούμε να δώσουμε ένα παράδειγμα από την υποτιθέμενη αξία της εργατικής δύναμης η οποία  θεωρείται ότι επιτρέπει τον υπολογισμό της υπεραξίας. Αλλά ακριβώς, η εργατική δύναμη δεν έχει καμία εγγενή αξία, διότι δεν είναι ένα εμπόρευμα που παράχθηκε. Δεν είναι παρά μια ικανότητα και αν έχει μια ανταλλακτική αξία, η πώλησή της δεν αντιστοιχεί παρά σε μια προθυμία για εργασία έναντι ενός μισθού που αντιστοιχεί σε μια «κοινωνική αξιολόγηση» 21 που αντιστοιχεί η ίδια σε μια σχέση ισχύος. Ο Μισθός εκφράζει μια κοινωνική σχέση, όπως άλλωστε και οι άλλες τιμές, αλλά ακόμα περισσότερο. Και πέρα από τις τιμές και ένα νομισματικό υπολογισμό, δεν υπάρχει τίποτα περισσότερο από φιλοσοφικές κατηγορίες. Ωστόσο μια κοινωνική αξιολόγηση μπορεί κάλλιστα να εμφανιστεί ως μια θεωρία της αξίας. Για παράδειγμα, υπολογίζοντας της αναλογίας μεταξύ των μισθών και της κοινωνικής αναπαραγωγής σε μια δεδομένη στιγμή.
19Αυτές οι «κατηγορίες» που χρησιμοποιούνται από τον Μαρξ λαμβάνονται απευθείας από τις αρχέγονες κατηγορίες του Αριστοτέλη, και στην συνέχεια από τις καντιανές αντινομίες που κατόπιν μετατράπηκαν σε Εγελιανές αντιφάσεις.
20Κατά την ιστορική παράδοση (των Αριστοτέλη και Χέγκελ) των (φιλοσοφικών) κατηγοριών, γνωρίζουμε ότι αυτές αρθρώνονται, συνδυάζονται, αντιπαρατίθενται και μετατρέπονται. Λοιπόν, σε τι ακριβώς ο Μαρξ μετέτρεψε τις αξίες; Η απάντηση είναι: σε τιμές παραγωγής, δεν θα μπορούσε ποτέ να αποδειχθεί, γιατί όταν φεύγουμε από τον ουρανό των μορφών  και των κατηγοριών για να κατέβουμε στη γη και να εξετάσουμε τις δομές που καθορίζονται ιστορικά και οικονομικά, δεν μπορούμε παρά να αντιληφθούμε ότι δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία μεταξύ των αξιών και των τιμών. Αυτό είναι που ο Μαρξ αναγνωρίζει στο βιβλίο ΙΙΙ του Κεφαλαίου, ένα βιβλίο που δεν διάβασαν ποτέ εκείνοι που σταματούν στο 1ο κεφάλαιο του 1ου τόμου και είναι πολλοί που θυσιάζονται στην "οικονομική φρίκη". Είναι επίσης αυτό που αναγνωρίζω και αναπτύσσω με σαφήνεια από το Μετά την επανάσταση του κεφαλαίου και το τεύχος n  15 του περιοδικού Temps cri­ti­ques.
21Είναι επίσης εντυπωσιακό το γεγονός ότι ο Μαρξ, ο οποίος έγραψε μια διατριβή για τον Δημόκριτο ότι δεν είχε αντιληφθεί την ορθότητα της άποψης του πρόδρομου του Αριστοτέλη ο οποίος, μαζί με τους Παρμενίδη και Εμπεδοκλή, μεταξύ άλλων, πίστευε ότι δεν θα πρέπει να απλώς «να εξετάζουμε μόνο τις σταθερές αρχές [τις κατηγορίες, ως εκ τούτου, Σημείωση του συντάκτη] από τις οποίες προέρχονται τα πράγματα," αλλά πρέπει επίσης να δώσουμε προσοχή στις «κινητήριες αρχές από τις οποίες παράγονται τα πράγματα». Φαίνεται ότι οι κατηγορίες οι προερχόμενες από τον Αριστοτέλη ήταν απαραίτητες στον Μαρξ για να πλαισιώσει μια αμετάβλητη θεωρία του κεφαλαίου, ενώ παράλληλα διόρθωνε τον αφηρημένο χαρακτήρα των κατηγοριών που χρησιμοποιούνταν από τον Χέγκελ, γεγονός που του επέτρεψε να κάνει κινητές τις κατηγορίες μέσω της διαλεκτικής κίνησης (θέση- αντίθεση-σύνθεση) και έτσι να τις καταστήσει ιστορικές. Από το ιστορικό αμετάβλητο κατά κάποιο τρόπο. Τι όμορφο οξύμωρο!
22Για μένα δεν υπάρχει ανάγκη γι αυτές τις κατηγορίες (από τον κατηγορικό ιδεαλισμό θα πρέπει να πω) για να μιλήσουμε σήμερα για την καπιταλιστική εκμετάλλευση ή την κυριαρχία. Είναι σ’ αυτή την πορεία, πιστεύω, ότι έχει δεσμευτεί το περιοδικό Temps cri­ti­ques. Κάνοντας ένα απολογισμό και εξετάζοντας τι απέτυχε, όχι μόνο το προλεταριάτο και η πίστη στο προλεταριάτο, αλλά και τη θεωρία του προλεταριάτου και το αποτέλεσμά της, η κομμουνιστική θεωρία, ακόμη και αν η δεύτερη δεν είναι αναγώγιμη στην πρώτη.
23Η αξία παραμένει «ασαφής» σύμφωνα με τα λόγια του Anselm Jappe, γιατί θέλουμε να αγνοήσουμε ότι είναι στην πραγματικότητα συντονισμός διαχωρισμένων δραστηριοτήτων και δεν μπορεί να εμφανιστεί παρά μόνο με τη μορφή των νομισματικών συναλλαγών που συμμετέχουν όχι σε μια αγορά που θα αναπτυχθεί "φυσικά" από την ανάπτυξη του εμπορίου, αλλά σε μια κοινωνικό-ιστορική θέσμιση. Αυτό το αρνούνται οι μαρξιστές, διότι είναι της τάξης του εποικοδομήματος που εξαρτάται από την οικονομική βάση, διότι είναι της τάξης της κυκλοφορίας και όχι της παραγωγής, ενώ είναι ακριβώς η δυναμική του κεφαλαίου που ενοποιεί και κάνει να συμβιώνουν αυτές οι κατηγορίες του διαχωρισμού, καθώς η δημιουργία της αξίας και η πραγματοποίηση της αξίας επικαλύπτουν η μια την άλλη, καθώς οι εργαζόμενοι και οι καταναλωτές είναι οι δύο παράγοντες της ίδιας διαδικασίας παραγωγικής ολοκλήρωσης.

24Είναι αυτές οι χρηματικές κινήσεις οι στόχοι και όχι μια «αντικειμενική αξία» που θα μπορούσε να αντιταχθεί τις ψεύτικες αξίες της θρησκείας και του εθιμικού δικαίου.
25Σε σχέση με αυτήν την αναπαράσταση που συνιστά η αξία, το κεφάλαιο αναπτύσσει τη δράση του και κάνει να μετατρέπεται κάθε δραστηριότητα σε εργασία, ενώ προσπαθεί να την αξιοποιήσει στην συγκεκριμένη μορφή όχι της αφηρημένης εργασίας, αλλά με τη μορφή της εμπορικής σχέσης. Πράγματι, η μισθωτή σχέση που ήταν ο κανόνας της κυριαρχίας της αφηρημένης εργασίας στο Φορντισμό αποδεικνύεται σήμερα πολύ στενό θεσμικό πλαίσιο και η επανάσταση του κεφαλαίου υπονομεύει τις διαδικασίες τυποποίησης και τις διαμεσολαβήσεις τους.

Ο φετιχισμός του εμπορεύματος και του χρήματος

26Όπως είπε ο Baudrillard ήδη προ πολλού 22 , λειτουργεί ως στερεότυπο της ριζοσπαστικής ανάλυσης. Εμείς από την πλευρά μας, του έχουμε ασκήσει μια κριτική στο Η εξαφάνιση της αξίας , αλλά και στο  Μετά την επανάσταση του κεφαλαίου. Αλλά εδώ, θα παραμείνουμε στην πλευρά της αξίας. Η έμφαση στην έννοια του φετιχισμού σηματοδοτεί, αντίστροφα, την ιδέα της ύπαρξης μιας «ψευδούς συνείδησης» αφιερωμένης στην λατρεία της ανταλλακτικής αξίας ή των ψεύτικων αξιών ή των «φαινομενικών» αξιών, δηλαδή επιφανειακών, της τάξης του έχειν και όχι του είναι, εν συντομία ένα ηθικολογικό πλαίσιο και για να ακριβολογούμε θρησκευτικό.  Αντιμέτωποι με αυτό το "ψεύτικο", θα πρέπει να επικαλεστούμε το "αληθές": την αληθινή συνείδηση, την χρησιμότητα, την ουσία, κλπ..
27Αν πρέπει να αναγνωρίσουμε την ύπαρξη του φετιχισμού στην κεφαλαιοποιημένη κοινωνία, δεν είναι αυτός που ασκείται έναντι της ουσίας ή των αξιών 23 , αλλά σε σχέση με τους κώδικες διασύνδεσης της τάξης της επιθυμίας ακόμη και αν αυτή παράγεται με την επικράτηση του νοήματος της αλλοτρίωσης πάνω στην έννοια της απελευθέρωσης (π.χ., το εμπορικό σήμα και τα προϊόντα, αλλά το εμπορικό σήμα πάνω από τα προϊόντα). Ο φετιχισμός δεν είναι μια μορφή ιεροποίησης της πραγματικότητας, γιατί η κεφαλαιοποιημένη κοινωνία είναι σε μεγάλο βαθμό αποϊεροποιημένη, αλλά μια απάντηση σε μια λογική των κοινωνικών σχέσεων.
28Αυτό που γοητεύει τόσο στα χρήματα σήμερα, δεν είναι το γεγονός ότι τα έχουμε ανάγκη στην υλικότητά τους, αλλά ότι είναι το σύμβολο της αξίας εν γένει και ως εκ τούτου όλων των αξιών. Η καθολική αφαίρεση, αλλά χωρίς μυστηριοποίηση. Εδώ και πάλι δεν έχουμε σε τίποτα να κάνουμε με τον "πρωτογενή" φετιχισμό του Φιλάργυρου του Μολιέρου ή του Grandet του Balzac 24 . Οριακά, μπορούμε να πούμε ότι είναι το "σύστημα" που έχει φετιχοποιηθεί.
29Υπό την έννοια αυτή οι παλιές μορφές του φετιχισμού σχεδιασμένες ως μια δύναμη που στοιχειώνει τα άτομα (απέναντι στα εμπορεύματα και τα χρήματα, τα αντικείμενα γενικότερα), διότι είναι διαχωρισμένες από την πηγή τους (την εργασία στον Μαρξισμό) αφήνουν τη θέση τους σε έναν φετιχισμό του συμβόλου, αλλά συνειδητό στο βαθμό που προϋποτίθεται ως επιθυμία. Δεν είναι το προϊόν μιας «ψευδούς συνείδησης». Αυτός είναι επίσης ένας από τους λόγους που οδηγούν κάποιους να αναζωογονούν μια αξία χρήσης στον τομέα των νέων τεχνολογιών πληροφορικής που παράγουν επικοινωνία. Είναι δυνητικά έξω από την ανταλλακτική αξία, διότι είναι δυνητικά δωρεάν είτε από ιδεολογική και πολιτική βούληση, είτε επειδή το κόστος της αναπαραγωγής τους είναι κοντά στο μηδέν. Αλλά για να σπάσει η λογική της (ανταλλακτικής)  αξίας δεν θα πρέπει να επαναφέρουμε την αξία (χρήσης) ούτε απλά να αποκαταστήσουμε την αλληλεγγύη και τον πρωτόγονο αντιπραγματισμό, αλλά να αναπτύξουμε τις ανταλλαγές σε όλες τις μορφές τους.

Αξία: αναπαρασταση και νοηματοδοτηση

30Η αξία είναι επομένως μια αναπαράσταση πολλώ δε μάλλον αφού η κεφαλαιοποιημένη κοινωνία μειώνει την αξία (και τις αξίες) σε μια αξία-σήμα. Η «εργασία» νοηματοδότησης υποσκελίζει σε σημασία την παραγωγική εργασία στην παραγωγή ενός αντικειμένου κενού από ουσία και ιστορία 25 .
31Στο σημείο αυτό της σχέσης μεταξύ αναπαράστασης και νοηματοδότησης κρατώ αμφιβολίες. Είναι ο όρος αναπαράσταση που θέτει το πρόβλημα. Πράγματι, η θεωρία της αναπαράστασης είναι δυϊστική. Προϋποθέτει ότι ο κόσμος είναι γεμάτος από αντικειμενικές κατηγορίες που υπάρχουν έξω από την ανθρώπινη παρουσία. Για παράδειγμα, στην κατάσταση των καθαρών εννοιών όπως η μορφή αξία ή η αφηρημένη εργασία, ακόμη και έξω από μια συγκεκριμένη διαδικασία αφαίρεσης (abstraïsation) της εργασίας. Είναι επομένως καλύτερα να τίθεται στο πλαίσιο μιας αξιολογίας, δηλαδή, ενός συστήματος αξιών, αυτό που οι καστοριαδικοί αποκαλούν τις κοινωνικές φαντασιακές σημασίες (SIS). Αυτή η ιδέα της αξίας-νοηματοδότησης αποβάλει από την αξία κάθε χαρακτήρα ουσίας.
32Η διατύπωσή μου: "η αξία ως αναπαράσταση της ισχύος" είναι επίσης ασαφής. Δεν κάνω τίποτε άλλο εδώ από το να ξαναθέτω  το πρόβλημα και τότε θα μπορούσατε δικαίως να με ρωτήσετε: τι γίνεται με την ισχύ; Επειδή η διατύπωση μου οδηγεί να σκεφτείτε ότι αυτή τη φορά είναι η ισχύς που έχει ουσία (ο υλικός πλούτος, για παράδειγμα) και βρισκόμαστε εκ νέου στην ίδια κατάσταση όπως με την αξία.
33Εάν η αξία είναι εξαφανισμένη και μη ουσιώδης, δεν μπορεί να αναπαριστά τίποτα ή να αναπαριστάται από τίποτα. Υπάρχει μόνο στην κοινωνική γλώσσα ("στο μυαλό των ανθρώπων") ως κυρίαρχη κοινωνική σύμβαση που δίνει ισχύ σε ορισμένα όντα (βλ. τις ιδανικές-τυπικές φιγούρες που παράγονται από το κεφάλαιο στην πορεία της ανάπτυξής του) ή ορισμένες τάξεις. Αλλά όταν μιλάω για ισχύ, δεν προσπαθώ να την ουσιοποιήσω, αλλά απλώς να επισημάνω ότι είναι η πηγή της αξιολογίας της αξίας, μέσω των μορφών της , της εθνικής κυριαρχίας και του κράτους. Εν ολίγοις, ότι υπάρχει ενύπαρξη μεταξύ του κεφαλαίου και του κράτους 26 . Η επικαιρότητα και η σημασία των «κρατικών επενδυτικών ταμείων" είναι ένα σημάδι αυτής της ενύπαρξη μεταξύ του κεφαλαίου και του κράτους.
34Ο κοινωνικός πλούτος δεν είναι η ουσία της εξουσίας, αλλά μάλλον ένα σημάδι της σύμφυσης μεταξύ κράτους και κεφαλαίου και άλλωστε, σε ορισμένες γλώσσες, η ένωση είναι διαφωτιστική. Στα γερμανικά, υπάρχουν πολλαπλές σημασίες του ουσιαστικού Reich  (εξουσία-δύναμη) και του επιθέτου Reich  (πλούσιος) και του ουσιαστικού Reichtum (πλούτος, αφθονία). Στα αγγλικά, υπάρχει wealth  ταυτόχρονα ως πλούτος και ως εξουσία, ( Commonwealth).
35Όλα αυτά για να πω ότι η διάκριση ανάμεσα στον πλούτο και τη δύναμη (ένα πολύ σημαντικό θέμα για τον καθορισμό της πολιτικής εξουσίας στην αρχαία Ελλάδα) δεν έχει πλέον κανένα λόγο ύπαρξης από τότε που αναπτύχθηκαν οι εμπορευματικές ανταλλαγές.  Είναι η πολιτική οικονομία κατά την διάρκεια του 18 ου και 19 ου αιώνα που θα χωρίσει και πάλι τις δύο έννοιες, ακόμη και αν αυτό δεν έγινε για τους ίδιους λόγους.
36Αυτό είναι το πεδίο της νοηματοδότησης και της επικοινωνίας, το οποίο παρέμεινε έξω από την οπτική του Μαρξ, πρώτα για λόγους που αφορούν ειδικά τον ορίζοντα της εποχής (η επιθυμία να μετατρέψει την πολιτική οικονομία σε μια οικονομική επιστήμη από τη μία πλευρά, η κυριαρχία της υλικής παραγωγής, από την άλλη), στην συνέχεια γιατί όταν ορισμένα στοιχεία αναγνωρίζονταν στη μαρξιστική κριτική της πολιτικής οικονομίας, απορρίπτονταν στην περιοχή του εποικοδομήματος ως μη κρίσιμα "σε τελική ανάλυση", για να χρησιμοποιήσουμε τον "καλό" λόγο του Αλτουσέρ. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου